Στις 8 Νοεμβρίου του 1939 η τύχη της ανθρωπότητας «παίχτηκε» σε μόλις δεκατρία λεπτά. Δεκατρία λεπτά που θα μπορούσαν να έχουν αλλάξει την παγκόσμια Ιστορία τον 20ό αιώνα…
Εκείνη την ημέρα γύρω στις οκτώ το απόγευμα ο Χίτλερ κατέφτασε στη Burgerbraukeller τη μπυραρία του Μονάχου όπου είχε διαπράξει το πρώτο αποτυχημένο πραξικόπημα το 1923. Θα πραγματοποιούσε την καθιερωμένη ετήσια ομιλία του προς τους τοπικούς ηγέτες των «Παλαιών Αγωνιστών» του Ναζιστικού κινήματος.
Όμως. προς δυσαρέσκεια όλων,ο Χίτλερ έφυγε 13 λεπτά νωρίτερα από την προγραμματισμένη ώρα προκειμένου να παρευρεθεί στη σύσκεψη της καγκελαρίας, στο Βερολίνο, με θέμα την εισβολή στη Γαλλία, η οποία είχε αναβληθεί δύο μέρες νωρίτερα εξ ‘αιτίας των καιρικών συνθηκών.
Οι «Παλαιοί Αγωνιστές» απογοητεύτηκαν για το γεγονός ότι ο Χίτλερ δεν έμεινε στην αίθουσα για την τυπική μισάωρη κουβέντα μετά την ομιλία.
Οι περισσότεροι είχαν αποχωρήσει έχοντας αφήσει εκατό περίπου άτομα για το συμμάζεμα. Στις 21.20, 13 λεπτά μετά την αναχώρηση του Χίτλερ μια τεράστια έκρηξη συγκλόνισε το κτίριο. Ο εξώστης και η οροφή κατέρρευσαν ενώ το ωστικό κύμα έσπασε τις πόρτες και τα παράθυρα. Τρία άτομα σκοτώθηκαν επί τόπου και αλλά πέντε υπέκυψαν στα τραύματα τους, συνολικά εξήντα δύο τραυματίστηκαν. Όσοι κατάφεραν να βγουν από τα συντρίμμια υπέθεσαν ότι είχαν πέσει θύματα αεροπορικής επίθεσης από τις Βρετανικές δυνάμεις. Μόνο αργότερα συνειδητοποίησαν ότι η έκρηξη προκλήθηκε από βόμβα που είχε τοποθετηθεί σε έναν από τους κεντρικούς πυλώνες τις αίθουσας.
Ο Χίτλερ έμαθε τα νέα κατά τη στάση του τρένου στη Νυρεμβέργη. Αρχικά εκτίμησε ότι πρόκειται για αστείο. Όταν όμως είδε ότι κανείς γύρω του δεν γελούσε, συνειδητοποίησε ότι για πολύ λίγα λεπτά είχε διαφύγει το θάνατο. Για άλλη μια φορά δήλωσε ότι η μοίρα τον διαφύλαξε για να συνεχίσει το έργο του.
Σύντομα η ηγετική ομάδα των Ναζί θεώρησε κατέληξε στο αυμπέρασμα ότι υπεύθυνες για την απόπειρα ήταν οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες.
Η αλήθεια άρχισε να διαφαίνεται όταν η Γκεστάπο συνέλαβε τον Έλσερ, λίγο μετά την έκρηξη της βόμβας, ενώ προσπαθούσε να διαφύγει στην Ελβετία. Το ντοκουμέντο της ανάκρισής του ανακαλύφθηκε το 1960, αποκαλύπτοντας ότι είχε αρχίσει να πειραματίζεται με εκρηκτικά όταν δούλευε για μια εταιρεία πυρομαχικών στη Σουαβία Κατά τον σωματικό έλεγχο βρέθηκαν μια καρτ ποστάλ από τη μπυραρία όπου έγινε η έκρηξη, το σήμα του Γερμανικού ΚΚ ένα φυτίλι και σχέδια βόμβας.
Ο Εlser προσήχθη άμεσα στο τοπικό γραφείο της Γκεστάπο, οι αστυνομικοί μέτρησαν τα κουκιά και έστειλαν τον Elser στο Μόναχο για ανάκριση.
Ο ίδιος ο Χίμλερ πήρε μέρος στην ανάκριση συντονίζοντας τα βασανιστήρια. Παρά ταύτα ο Elser επέμεινε στον ισχυρισμό του ότι έδρασε αποκλειστικά με δική του πρωτοβουλία. Μάλιστα η Γκεστάπο προς έκπληξη της διαπίστωσε ότι ο Elser ήταν σε θέση να κατασκευάσει μπροστά τους και επιτυχώς ένα ακριβές αντίγραφο της βόμβας. Στο τέλος αναγκάστηκαν να παραδεχθούν ιδιωτικά ότι είχε δράσει μόνος τους.
Ποιός ήταν
Ο Elser ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος ταπεινής καταγωγής που εξ’ αιτίας του σκληρού και βίαιου πατέρα του ανέπτυξε από πολύ νωρίς μια ισχυρή απέχθεια ενάντια σε κάθε είδους τυρρανία
Εκείνοι που τον είχαν γνωρίσει τον περιέγραφαν ως άνθρωπο πειθήνιο και εξυπηρετικό αλλά ταυτόχρονα αυταρχικό, αδιάλλακτο, ακόμα και εχθρικό, που μιλούσε λίγο και δεν είχε αληθινούς φίλους.
Μολαταύτα, ήταν γενικά δημοφιλής, του άρεσε να παίζει κιθάρα και άλλα όργανα στην τοπική χορωδία και συμμετείχε ως μέλος σε διάφορους φολκλορικούς συλλόγους, όπως στην Ένωση Παραδοσιακών Κουστουμιών της Κωνστάντζας.
Πολιτικά χαρακτηριζόταν ως αριστερός. Το 1928 έγινε μέλος της «Οργάνωσης των Αγωνιστών του Κόκκινου Μετώπου», που ήταν ο αγωνιστικός βραχίονας του Κ.Κ. Γερμανίας. Ως το 1933, όταν οι Εθνικοσοσιαλιστές ανέλαβαν την εξουσία στη χώρα και κατήργησαν τις εκλογές, ο Έλσερ ήταν ψηφοφόρος του Κ.Κ. Γερμανίας, καθώς θεωρούσε ότι ήταν το μόνο κόμμα που υποστήριζε σταθερά τα εργατικά δικαιώματα και τις διεκδικήσεις.
Μετά το 1933 και την οριστική επικράτηση του ναζισμού, ο Έλσερ αντιτάχθηκε στο καθεστώς με ποικίλους τρόπους: αρνιόταν να χαιρετήσει ναζιστικά και να παρακολουθεί τις ομιλίες του Χίτλερ που μεταδίδονταν από το ραδιόφωνο, ενώ δεν συμμετείχε στα χειραγωγημένα «δημοψηφίσματα» που, κατά καιρούς, διοργάνωνε το Γ΄ Ράιχ.
Η αντίθεσή του ξεκινούσε κυρίως από το γεγονός ότι οι συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των εργατών στη Γερμανία επιδεινώνονταν διαρκώς με τη μείωση των μισθών και τον περιορισμό των ελευθεριών τους, ενώ σύντομα κατέληξε και στο συμπέρασμα ότι, υπό τον Χίτλερ, ο πόλεμος θα ήταν αναπόφευκτος.
Η προετοιμασία
Στο Μόναχο ο Έλσερ είχε βολιδοσκοπήσει τη σάλα που θα έκανε την ετήσια ομιλία του ο Χίτλερ και άρχισε να προετοιμάζεται για την απόπειρα δολοφονίας. Στο πέρασμα πολλών μηνών κατάφερνε να κλέβει εκρηκτικά, ένα πυροκροτητή και άλλο εξοπλισμό από τους εργοδότες του ενώ έπιασε δουλειά και σε λατομείο ακριβώς για να έχει πρόσβαση στα απαραίτητα υλικά. Κατάφερε κρυφά να αποκτήσει πλήρη εποπτεία του χώρου παρότι δεν πέτυχε η προσπάθεια του να εργαστεί στη μπυραρία.
Κάθε βράδυ έτρωγε το δείπνο του εκεί , και λίγο πριν το κλείσιμο της μπυραρίας κρυβόταν στην αποθήκη της, ώστε όλο το βράδυ να δουλεύει ανενόχλητος.
Για δύο ολόκληρους μήνες χρησιμοποιούσε αυτές τις ώρες προκειμένου να επιτύχει το σκοπό του. Δούλευε συστηματικά στο σημείο που είχε επιλέξει ως το κατάλληλο για τη τοποθέτηση των εκρηκτικών, άδειαζε το εσωτερικό τη κολώνας προσαρμόζοντας ένα μυστικό πορτάκι στη ξύλινη πρόσοψη τόσο ώστε να χωρέσουν τα εκρηκτικά, ο πυροκροτητής και ο ωρολογιακός μηχανισμός.
Στις 2 Νοεμβρίου 1939, τοποθέτησε τη βόμβα, τρείς νύχτες αργότερα ρύθμισε τον ωρολογιακό μηχανισμό για τις 09.20 μμ το απόγευμα της 8ης Νοεμβρίου, όταν και εκτιμούσε ότι ο Χίτλερ θα βρίσκεται στο μέσο περίπου της ομιλίας του. Η επίσπευση της ομιλίας του Χίτλερ προκειμένου να αναχωρήσει για το Βερολίνο ήταν ο μόνος λόγος που η βόμβα δεν το σκότωσε επί τόπου.
Μετά την ομολογία του, ο Elser στάλθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ζάξενχαουζε.
Μια επίσημη ανοιχτή δίκη θα αναδείκνυε το γεγονός ότι ο Elser έδρασε μόνος, αλλά ο Χίτλερ και ηγετική ομάδα των Ναζί προτιμούσαν να διατηρήσουν την επινόηση τους, ότι δηλαδή υπήρξε συντελεστής ενός σχεδίου που καταστρώθηκε από τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες.
Η θανάτωσή του, επιπλέον,σε τίποτα δεν θα εξυπηρετούσε το καθεστώς αν προηγουμένως δεν ομολογούσε ότι πίσω από την επίθεση κρύβονταν οι Βρετανοί. Η πιθανότητα αυτή και μόνο του εξασφάλισε τη παραμονή στο στρατόπεδο με χαρακτήρα ειδικού κρατουμένου, με δυο δωμάτια για δική του χρήση, εκ των οποίων το ένα χρησιμοποιούσε ως εργαστήριο για να εξασκεί τη τέχνη του μαραγκού. Επίσης του επιτρεπόταν να περνάει την ώρα του παίζοντας το αγαπημένο του λαούτο.
Πάντως, σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να συνομιλεί με άλλους κρατούμενους και να δέχεται επισκέπτες.
Το 1945 και ενώ ο πόλεμος είχε ήδη κριθεί η δίψα του Χίτλερ για εκδίκηση εις βάρος των εσωτερικών του εχθρών θα άγγιζε και τον «ειδικό κρατούμενο». Στις 9 Απριλίου του 1945 και ενώ ο κόκκινος στρατός πλησίαζε στο Ζάξενχαουζεν ο Elser μεταφέρθηκε στο Νταχάου, ο διοικητής τον ανέκρινε σύντομα λίγο προτού διατάξει την εκτέλεση του με πυροβολισμό στο πίσω μέρος του κεφαλιού.
Ο Χίμλερ είχε δώσει σαφείς εντολές σχετικά με την εκτέλεση και διέταξε τις αρχές του στρατοπέδου να αποδώσουν το θάνατο του Elser στις αεροπορικές επιδρομές των βρετανών. Μια εβδομάδα μετά μια τυπική ανακοίνωση του καταρρέοντος καθεστώτος θα επιβεβαίωνε το θάνατο αλλά και τα αίτια όπως είχαν συμφωνηθεί από το Χίμλερ.
Το 2015 ο σκηνοθέτης Όλιβερ Χιρσμπίγκελ, γύρισε την ταινία «Elser» , στην οποία διηγείται την ιστορία του παρολίγον δολοφόνου του Χίτλερ. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Georg Elser ενσαρκώνει ο Christian Friedel