Μια ακόμα ισπανόφωνη ταινία και ένα ιστορικό δράμα με φόντο τη Γερμανία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ξεχωρίζουν στις αίθουσες, όπου όμως τον πιο ψυχαγωγικό λόγο έχει μια βρετανική περιπέτεια κατασκοπείας
«Ομίχλη τον Αύγουστο» («Nebel im August», 2016)
Τα εγκλήματα του ναζισμού είναι κινηματογραφικός χρυσός, μια αστείρευτη πηγή θεμάτων που ακόμα και σήμερα μπορεί ανά πάσα στιγμή να τροφοδοτήσει σενάρια όπως αυτό της γερμανικής ταινίας «Ομίχλη τον Αύγουστο» («Nebel im August», 2016) του Κάι Βεσέλ. Η δράση τοποθετείται στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε ένα από τα ιδρύματα όπου οι ναζιστές έκαναν πειράματα πάνω σε παιδιά από τα οποία αφού πρώτα αφαιρούσαν τον νωτιαίο μυελό, στη συνέχεια οδηγούσαν στον θάνατο με ευθανασία. Επρόκειτο για ένα πρόγραμμα εξολόθρευσης των «προβληματικών» ανθρώπων ανεξαρτήτως εθνικότητας, ακόμα δηλαδή και των Γερμανών, που είχε θέσει σε λειτουργία ο Αδόλφος Χίτλερ προκειμένου «ο γερμανικός λαός να απαλλαγεί από τις κληρονομικές ασθένειες», όπως με ηρεμία και ειλικρινή πίστη σε αυτό που κάνει αναφέρει σε μια δύσπιστη νοσοκόμα (Φρίτσι Χάμπερλαντ) ο διευθυντής του ιδρύματος (Σεμπάστιαν Κοχ). Μοχλός της ιστορίας ένα υγιές παιδί Ρομά, ο Ερνστ (Ιβο Πίτζκερ), που βρίσκεται στο ίδρυμα ως βοηθός και όταν αντιλαμβάνεται το τι ακριβώς συμβαίνει προσπαθεί να κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να σώσει μια φίλη του. Θέμα όχι εντελώς άγνωστο (θυμίζω την πολύ γνωστότερη περίπτωση Μένγκελε), το οποίο σίγουρα κινεί το ενδιαφέρον, κυρίως σε ό,τι αφορά την αρρωστημένα ακλόνητη πίστη των ναζιστών σε ό,τι έκαναν, το οποίο όσο παρανοϊκό και εμετικό ακούγεται, τόσο λογικό και ευφυές το θεωρούσαν. Ο Βεσέλ δουλεύει ικανοποιητικά έναν συνδυασμό ιστορικών γεγονότων και σασπένς, αποτυπώνοντας στο πρόσωπο του εκφραστικότατου Πίτζκερ το παράπονο, το μίσος και την οργή όσων αντιλαμβάνονταν την τρομερή αδικία και δεν έπαψαν να μάχονται εναντίον της αποφασισμένοι να επιβιώσουν.Βαθμολογία: 3
«Στο τέλος του τούνελ» («Al final del tunel», 2016)
Είναι γνωστό ότι ο σύγχρονος ισπανόφωνος κινηματογράφος τα τελευταία χρόνια μάς έχει θετικά εκπλήξει και ότι ταινίες όπως ο «Αόρατος επισκέπτης», το «Κανείς δεν μπορεί να μας σώσει» ή η «Οργή ενός υπομονετικού ανθρώπου» ανήκουν στις δημιουργίες που έκαναν αίσθηση κατά τη διάρκεια του εφετινού καλοκαιριού. Η νέα ισπανόφωνη ταινία «Στο τέλος του τούνελ» («Al final del tunel», 2016) που σκηνοθέτησε ο Ροντρίγκο Γκράντε είναι μια συμπαραγωγή Αργεντινής – Ισπανίας που όλα δείχνουν ότι επίσης δεν θα περάσει απαρατήρητη, ένα «πιασάρικο» αστυνομικό θρίλερ, με νουάρ ατμόσφαιρα, αρκετές ανατροπές και – το κυριότερο – μια ιστορία που εύκολα μπορεί να σε συνεπάρει και να σε κρατήσει «καρφωμένο» στο κάθισμά σου όπως συνέβη με εμένα. Και όλα αυτά χωρίς να είναι αυτό που λέμε μια πραγματικά σπουδαία ταινία! Το εύρημα εδώ, το οποίο ο Γκράντε χειρίζεται με αξιοπρόσεκτη ευχέρεια, είναι ότι ο κεντρικός ήρωας (Λεονάρντο Σμπαράλια) είναι παραπληγικός, γεγονός που δυσκολεύει την προσπάθειά του να ελέγξει την άκρως ενδιαφέρουσα κατάσταση που έχει πέσει στην αντίληψή του: μια σπείρα διαρρηκτών, στο ίδιο οίκημα, δουλεύει ένα τούνελ προκειμένου να «κτυπήσει» την τράπεζα που βρίσκεται στην απέναντι πλευρά του δρόμου. Οταν μια στριπτιζέζ (Κλάρα Λάγο) εμφανίζεται μαζί με την κόρη της στη ζωή του, ο παράλυτος βλέπει τα προσωπικά σχέδιά του να μπερδεύονται, χωρίς όμως αυτό να σημάνει διακοπή των δραστηριοτήτων του. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο Ρ. Γκράντε «κτίζει» μια ταινία η οποία μέχρις ενός σημείου κατορθώνει να σε κάνει να παραβλέψεις τις αναπόφευκτες υπερβολές του σεναρίου (είναι δύσκολο να δεχθούμε την κινητικότητα ενός παράλυτου όσο γυμνασμένος και αν είναι) και να πετύχει τον στόχο του που είναι το καθαρόαιμο σασπένς.Βαθμολογία: 3
«Kingsman: O χρυσός κύκλος» («Kingsman: The golden circle», ΗΠΑ/ Αγγλία, 2017)
Βρετανικό φλεγματικό χιούμορ, υπέροχα κοστούμια, κατασκοπεία α λα Τζέιμς Μποντ, μα και ατελείωτες καταστροφές διανθίζουν τη συνέχεια του «Kingsman» (2014), το «Kingsman: O χρυσός κύκλος» («Kingsman: The golden circle», ΗΠΑ/ Αγγλία, 2017) του Μάθιου Βον, σίγουρα η πιο διασκεδαστική αλλά και ανάλαφρη από τις νέες ταινίες της εβδομάδας. Και πάλι ο Κόλιν Φερθ, ο σούπερ πράκτορας στην πρώτη ταινία , δεν έχει τελικά πεθάνει. Εχει πάθει αμνησία και έχει χάσει ένα μάτι. Τη σωτηρία του αναλαμβάνει ο μαθητής του (Τάρον Εγκερτον), ενώ ο κακός της υπόθεσης είναι γένους θηλυκού, η Τζούλιαν Μουρ, που με το χαμόγελο από το ένα αφτί ως το άλλο και ποδιά νοικοκυράς είναι η απόλυτη βασίλισσα των ναρκωτικών, σπεσιαλιτέ της οποίας τα ανθρωπομπέργκερ! Η ταινία έχει εξαιρετικά ευχάριστη διάθεση, καλό δευτεραγωνιστικό καστ (ο Τζεφ Μπρίτζες υπέροχος «βλάχος» πράκτορας και ο Μαρκ Στρονγκ που έπαιζε και στην προηγούμενη ταινία) αλλά και τον Ελτον Τζον που παίζει τον αντιπαθέστατο, ανάγωγο εαυτό του. Το μόνο πρόβλημά της: τραβάει λίγο περισσότερο απ’ όσο ίσως χρειαζόταν. Βαθμολογία: 2 ½
Ακόμη κρύβομαι για να καπνίσω» («À mon âge je me cache encore pour fumer», Γαλλία/ Αλγερία, 2016)
Παραγωγή της Μισέλ Γαβράς, συζύγου του Κώστα Γαβρά, η ταινία «Ακόμη κρύβομαι για να καπνίσω» («À mon âge je me cache encore pour fumer», Γαλλία/ Αλγερία, 2016) σηματοδοτεί την πρώτη κινηματογραφική σκηνοθεσία της Ραϊάνα που με δραματουργικό χώρο ένα χαμάμ του Αλγερίου ακτινογραφεί έναν ολόκληρο κόσμο απαρτιζόμενο αποκλειστικά από γυναίκες. Πρόκειται για την κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού έργου της ιδίας της σκηνοθέτριας, το οποίο έκανε τρομερή αίσθηση στη Γαλλία (και αλλού) αφού με πρόσχημα το χαμάμ, τον μοναδικό χώρο στον οποίο οι γυναίκες νιώθουν πραγματικά ελεύθερες, το έργο μιλάει για τον φανατισμό, τον φονταμενταλισμό, την καταπίεση, τη σκοταδιστική μεταχείριση των γυναικών στην ανδροκρατούμενη ισλαμική κοινωνία στην οποία είναι αναγκασμένες να ζουν σαν κατάδικοι. Η ομορφιά της ταινίας (που δεν κρύβει τη θεατρική «καταγωγή» της) είναι ότι αντιμετωπίζει τις γυναίκες επί ίσοις όροις: τα γυμνά σώματα δεν είναι μόνο στιλπνά αλλά και με ατέλειες, κουρασμένα, καταπονημένα. Αλλά εκεί, στο χαμάμ, είναι επίσης επιτέλους απελευθερωμένα, σχεδόν με έναν μεταφυσικό τρόπο. Την ίδια ώρα βλέπουμε τις γυναίκες ενωμένες σαν μια γροθιά στην ανάγκη, όταν προκύπτει ένα πρόβλημα σχετικό με τον άντρα μιας από αυτές. Οπωσδήποτε μια ταινία με δυνατό θέμα, ένα δυνατό χαστούκι στην παράνοια του Ισλαμικού Μετώπου Σωτηρίας που αντιμετωπίζει τη γυναίκα «ως ρίζα του Κακού», μια ταινία με άμεση κινηματογράφηση αλλά και με μια εξαιρετική ηθοποιό στον ρόλο του βαρομέτρου της ιστορίας, της υπεύθυνης του χαμάμ, που από την πλευρά της κρύβει επίσης ένα στενάχωρο παρελθόν. Είναι η ισραηλινή ηθοποιός Χιάμ Αμπάς, γνωστή από την αγαπημένη και στη χώρα μας «Λεμονιά».Βαθμολογία: 2 ½
«Μαμά ή γιαγιά;» («Telle mere, telle fille»/ «Baby bumb(s)», Γαλλία, 2017)
Δυσκολεύτηκα να βρω έστω και κάπως χαριτωμένο το «Μαμά ή γιαγιά;» («Telle mere, telle fille»/ «Baby bumb(s)», Γαλλία, 2017) της Νοεμί Σαλιό, μια ξεπερασμένη σε στυλ κινηματογράφησης αλλά και προβληματισμού κομεντί που μοιάζει με θλιβερή γυναικεία κραυγή απελπισίας για τα χρόνια που φεύγουν και δεν ξαναγυρνούν. Η Ζιλιέτ Μπινός που πρωταγωνιστεί στον ρόλο του τίτλου το μόνο που καταφέρνει είναι να αποδείξει ότι ο παλιμπαιδισμός δεν της ταιριάζει διόλου, κάτι που θα λέγαμε και για το κάκιστα βαμμένο ξανθό μαλλί της (για να μην αναφερθώ στο ροζ μηχανάκι της). Βαθμολογία: 1
ΕΠΙΣΗΣ ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ
– «Leatherface» (ΗΠΑ, 2017) των Αλεξάντρ Μπουστίγιο, Ζιλιέν Μορί. Για όσους ενδιαφέρονται να μάθουν πώς ξεκίνησαν τα «κατορθώματα» του χειρότερου ίσως δολοφόνου που πέρασε ποτέ από τη μεγάλη οθόνη, του Leatherface της ταινίας «Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι» του Τόουμπ (με τους Στίβεν Ντορφ, Λίλι Τέιλορ κ.ά.).
-«Το κύμα» («Bolgen», Νορβηγία, 2017) του Ρόαρ Ούτχαουγκ. Ταινία καταστροφής που επιστρέφει στην τεράστια κατολίσθηση στο βουνό Λανγκχαμάρεν Νορβηγίας όταν στις 7 Απριλίου 1934 2.000.000 κυβικά μέτρα βράχου έπεσαν στη θάλασσα του φιόρδ Tafjorden προκαλώντας τσουνάμι 60 μέτρων και τον θάνατο δεκάδων ανθρώπων (με τους Κρίστοφερ Γιόνερ, Aνε Νταλ Θορπ κ.ά.)
– «Emoji, η ταινία» («Emoji, the movie», ΗΠΑ, 2017) του Τόνι Λεοντίς. Κινούμενα σχέδια πάνω στις περιπέτειες των γνωστών εικονιδίων των smartphones. Για περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε στο κείμενο «Emoji, η Ταινία»: Οι φατσούλες των smartphones στο σινεμά. Προβάλλεται σε παραπάνω από 115 αίθουσες σε όλη την Ελλάδα μεταγλωττισμένη αλλά και με υποτίτλους.
Επανεκδόσεις – Ειδικές προβολές
Η ταινία «Mystery train» (ΗΠΑ, 1989) του Τζιμ Τζάρμους προβάλλεται στο Αστυ και στο Πτι Παλαί και τα ντοκιμαντέρ «Kino Eye» (1924) και «Kino Pravda n. 21 – Ενα σινε-ποίημα για τον Λένιν» (1925, μικρού μήκους) του Τζίγκα Βερτόφ προβάλλονται σε κοινό πρόγραμμα στις αίθουσες Στούντιο και Αλκυονίς.
Βαθμολογία
5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη
*Ο Γιάννης Ζουμπουλάκης είναι κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα το ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ