Η Εμα και ο Τζέισον παρατηρούν τη θεά Αθηνά καθισμένη σε έναν βράχο να έχει αποθέσει τα όπλα της έπειτα από μια νικηφόρα μάχη. Σαν να ακουμπούν την υφή της νυφικής φορεσιάς από το Στεφανοβίκειο Θεσσαλίας στις αρχές του 20ού αιώνα και εξετάζουν προσεκτικά το αργυρό δεκάδραχμο Αθήνας, ένα από τα σπουδαιότερα και σπανιότερα νομίσματα παγκοσμίως.
της Θεοδώρας Βασιλοπούλου
Την ίδια ώρα χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, η Αλεξάνδρα και ο Κωνσταντίνος «μπαίνουν» στο δωμάτιο του Βαν Γκογκ στην Αρλ της Γαλλίας, «αγγίζουν» τα ξύλινα έπιπλα και περιεργάζονται τους πίνακες και τα υπόλοιπα μικροαντικείμενα. Κι όμως, δεν βρίσκονται στην Αθήνα ή στο Αμστερνταμ, αλλά στον καναπέ του σπιτιού τους.
«Μέσω της πλατφόρμας Google Arts and Culture οι χρήστες έχουν την ευκαιρία να περιηγηθούν σε περισσότερα από 1.000 πολιτιστικά ιδρύματα σε 70 χώρες, περιλαμβανομένης της Ελλάδας με 11 μουσεία, να μοιραστούν τουλάχιστον έξι εκατομμύρια φωτογραφίες, βίντεο, χειρόγραφα και άλλα έγγραφα», δηλώνει στην «Κ» ο κ. Λοράν Γκαβό, επικεφαλής της πλατφόρμας, ο οποίος βρέθηκε πριν από λίγες ημέρες στην Αθήνα στο πλαίσιο του 5ου «Athens Democracy Forum».
Οπως εξηγεί, ήταν το 2010, όταν κάποιοι υπάλληλοι της Google «έριξαν» την ιδέα στο τραπέζι. Εναν χρόνο μετά, το πρότζεκτ υλοποιήθηκε και η συνεργασία με 17 μουσεία τότε, επέτρεψε στους ψηφιακούς επισκέπτες να γνωρίσουν την τέχνη με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Λεπτομέρειες αόρατες με γυμνό μάτι γίνονταν πλέον αντιληπτές με τον μεγεθυντικό φακό της εφαρμογής.
«Δήλωσα τη συμμετοχή του Νομισματικού Μουσείου ως του πρώτου ελληνικού δημόσιου μουσείου στο παραπάνω πρόγραμμα την άνοιξη του 2012. Συνολικά ανεβάσαμε στην πλατφόρμα 212 νομίσματα, μετάλλια, σφραγίδες, τάλαντα, οβελούς, σφραγιδόλιθους και πολύτιμους λίθους, και άλλα συναφή αντικείμενα. Το υλικό συνίσταται στην ουσία από φωτογραφίες στην υψηλότερη δυνατή ανάλυση και όλα τα ιστορικά και αρχαιολογικά δεδομένα (π.χ. χρονολόγηση, περιγραφή, επιγραφές και μετάφρασή τους, βάρος ύψος και λοιπά τεχνικά στοιχεία», λέει στην «Κ» ο διευθυντής του μουσείου κ. Γεώργιος Κακαβάς.
«Η μεγαλύτερη ομορφιά και δύναμη της τέχνης κρύβεται στις λεπτομέρειες. Μπορείς να εκτιμήσεις πραγματικά τη μοναδικότητα καλλιτεχνών όπως ο Μονέ ή ο Βαν Γκογκ μόνο όταν στέκεσαι πολύ κοντά σε ένα αριστούργημα. Για αυτό από την αρχή επενδύσαμε στη δημιουργία εικόνων εξαιρετικά υψηλής ανάλυσης, 200 gigapixel, αλλά θέλαμε κάτι καλύτερο και το πετύχαμε», εξηγεί από την πλευρά του ο κ. Γκαβό.
Πέρυσι «επιστρατεύτηκε» για πρώτη φορά και η φωτογραφική μηχανή Art Camera, που ταξιδεύει ανά τον κόσμο και έχει απαθανατίσει μέχρι σήμερα τουλάχιστον 2.000 έργα τέχνης σε ανάλυση που ξεπερνάει το ένα δισεκατομμύριο pixels.
Μεταξύ αυτών μοναδικοί πίνακες Ελλήνων ζωγράφων, που φιλοξενούνται σε μουσεία της Αθήνας και άλλων πόλεων, θρησκευτικές εικόνες από την Ιερά Μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στην Πάτμο και παραδοσιακές ενδυμασίες από το Σουφλί, τη Στυμφαλία και την Αστυπάλαια. Αντικείμενα που μέσα από το Google Arts and Culture αποκτούν ακόμα μεγαλύτερη φήμη καθώς «κοσμούν» σπίτια στην πιο απομακρυσμένη γωνιά του πλανήτη.
«Συμμετέχουμε με δύο εκθέσεις, τα “Αχνάρια μεγαλοπρέπειας”, όπου βλέπει κανείς γυναίκες με επιλεγμένες ελληνικές τοπικές φορεσιές και χαρακτικά και τα “Νυφικά από τις συλλογές του Πελοποννησιακού Λαογραφικού Ιδρύματος” που χρονολογούνται από το 1840 έως και το 2011 και προέρχονται όλα από δωρεές, φωτογραφίες των νυφών, με μικρά κείμενα ανά δεκαετία και αντίστοιχες λεζάντες. Σκεφτόμαστε πολύ σύντομα να ανεβάσουμε και δυο ή τρεις νέες εκθέσεις», εξηγεί στην «Κ» η υπεύθυνη ηλεκτρονικής τεκμηρίωσης μουσειακών συλλογών του Πελοποννησιακού Λαογραφικού Ιδρύματος,Ναυπλίου κ. Μαρία Παπαδοπούλου.
«Σήμερα, περισσότεροι από 3,4 δισ. άνθρωποι παγκοσμίως έχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο, το οποίο επιτρέπει σε πολιτιστικά ιδρύματα να κάνουν γνωστά τα έργα τους σε ένα ευρύτερο ακροατήριο», διευκρινίζει ο κ. Γκαβό. Την ίδια άποψη συμμερίζεται και ο κ. Κακαβάς, ο οποίος σημειώνει πως «οι εραστές του μουσείου αυξάνονται καθημερινά. Η συμμετοχή μας στην πλατφόρμα της Google έκανε το Νομισματικό Μουσείο γνωστό παγκοσμίως».
Ευκαιρία για ανάπτυξη
Κληθείς να σχολιάσει τον κίνδυνο η διαδικτυακή εμπειρία να οδηγήσει σε μείωση των φυσικών επισκεπτών, ο κ. Γκαβό εμφανίζεται καθησυχαστικός, καθώς «όποιος γνωρίζει έργα τέχνης μέσα από τον υπολογιστή του ή το κινητό του θέλει να βιώσει όλη αυτή τη μαγεία να παίρνει σάρκα και οστά».
Μεταξύ των ελληνικών ιδρυμάτων που συμμετέχουν στην πλατφόρμα είναι το Μουσείο Μπενάκη Ελληνικού Πολιτισμού και το Μουσείο Μπενάκη Ισλαμικής Τέχνης.
«Η πρώτη επαφή με την Google έγινε το 2010. Μέσα σε λίγους μήνες ανεβάσαμε 510 έργα 95 καλλιτεχνών από τις συλλογές του Μουσείου Ελληνικού Πολιτισμού. Ταυτόχρονα, αναρτήθηκαν αντικείμενα όπως σπάνια φωτογραφικά αρχεία του Μουσείου Μπενάκη, καθώς και ένας αντιπροσωπευτικός αριθμός έργων του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα. Το 2012 ακολούθησε την ίδια διαδικασία το Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης με 50 αντικείμενα», αναφέρει στην «Κ» η επιμελήτρια του Μουσείου Μπενάκη κ. Σοφία Χανδακά.
Η αναζήτηση στην πλατφόρμα γίνεται με βάση την τοποθεσία, τον καλλιτέχνη, την ονομασία του μουσείου, τη χρονική περίοδο αλλά και το χρώμα. Τα αποτελέσματα δεν περιορίζονται σε στατικές εικόνες, αφού κανείς έχει τη δυνατότητα να «περπατήσει» στο εσωτερικό μουσείων ακόμη και να δει εξαφανισμένα εδώ και εκατομμύρια χρόνια είδη, όπως δεινόσαυρους, να αναβιώνουν χάρη στην εικονική πραγματικότητα.
«Χάρη στην εικονική πραγματικότητα δίνουμε ζωή σε είδη που έχουν εκλείψει. Συνεργαστήκαμε με οικολόγους, παλαιοντολόγους και βιολόγους για να δώσουμε σάρκα και οστά σε διατηρημένους σκελετούς. Από το μέγεθος του ματιού μέχρι την κάμψη του λαιμού αλλά και την υφή και τις πτυχές του δέρματος, όλα ανακατασκευάστηκαν με προσοχή παίρνοντας την έγκριση και από ομάδα επιστημόνων», περιγράφει ο κ. Γκαβό.
Την ενδεκάδα των πολιτιστικών ιδρυμάτων συμπληρώνουν το μουσείο της Ακρόπολης, το μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, η Εθνική Πινακοθήκη, το Κέντρο Νεοκλασσικής Γλυπτικής Νίκος Σοφιαλάκης, το Ιδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη και το Street Mode Festival.\
πηγή: Έντυπη Καθημερινή