Οι ρυθμίσεις των δανείων τους μετέτρεψαν σε όμηρους-Μια μαρτυρία

0

Eγκλωβισμένοι σε ένα φαύλο κύκλο διαδοχικών ρυθμίσεων βρίσκονται σήμερα χιλιάδες δανειολήπτες, οι οποίοι -υπό το φόβο να χαρακτηριστούν «κόκκινοι» από τις τράπεζες και να βρεθούν αντιμέτωποι με τους πλειστηριασμούς- έσπευσαν από νωρίς να αναδιαρθρώσουν τις οφειλές τους.

της Αγγελικής Βελεσιώτη

«Η κίνηση αυτή μπορεί να τους εξασφάλισε… πάσο στο πράσινο στρατόπεδο, η διάρκειά του, ωστόσο, αποδεικνύεται βραχεία», σχολιάζουν νομικοί κύκλοι, παραπέμποντας στα στοιχεία, που θέλουν οκτώ στα δέκα ρυθμισμένα δάνεια να επιστρέφουν στην κατηγορία των NPLs.

Ο λόγος εδράζεται στο βραχυχρόνιο χαρακτήρα των λύσεων, που προτάθηκαν κατά κόρον τα προηγούμενα χρόνια από τις τράπεζες. Ενας δανειολήπτης, για παράδειγμα, που έχει συμφωνήσει να πληρώνει μόνο τους τόκους είναι βέβαιο ότι μετά το πέρας της διετίας δεν θα είναι σε θέση να καταβάλει την αρχική δόση, δεδομένου ότι ούτε το εισόδημά του θα έχει αυξηθεί αλλά ούτε και η οικονομία της χώρας θα έχει καταφέρει να επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα.

Αρα, θα χρειαστεί εκ νέου ρύθμιση», τονίζει στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής ο δικηγόρος κ. Δημήτρης Αναστασόπουλος και προσθέτει: «Στο μεταξύ, ένα τέτοιο δάνειο ενδεχομένως να “κοκκινίσει” και από επιλογή του ίδιου του δανειολήπτη, ο οποίος, απογοητευμένος από τις συνεχείς αναδιαρθρώσεις, θα θελήσει να αξιοποιήσει το νόμο Κατσέλη, απαραίτητη προϋπόθεση ένταξης στον οποίο είναι η παύση πληρωμών».

Μαρτυρία

«Ελαβα στεγαστικό δάνειο, ύψους 100.000 ευρώ, που θα έληγε σε 20 χρόνια. Η μηνιαία δόση ξεπερνούσε τα 600 ευρώ, ποσό το οποίο μέχρι πριν από μερικά χρόνια είχα τη δυνατότητα να καταβάλω», τονίζει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ο δανειολήπτης Κ.Η. και συνεχίζει: «Μέσα σε λίγους μήνες, όμως, η οικονομική μου κατάσταση άλλαξε άρδην. Εχασα τη δουλειά μου, ενώ και ο μισθός της συζύγου μου μειώθηκε στο μισό. Ετσι, ζήτησα από την τράπεζα να μου μειώσει τη δόση». Η ρύθμιση που του προτάθηκε ήταν βραχυχρόνιου χαρακτήρα, ήτοι η πληρωμή μόνο των τόκων. «Η δόση έπεσε στα 340 ευρώ/μήνα και για διάστημα τριών ετών το δάνειο συνέχιζε να εξυπηρετείται. Μετά την πάροδο της διετίας, ωστόσο, οι μηνιαίες καταβολές αυξήθηκαν σημαντικά, δεδομένου ότι το κεφάλαιο, που παρέμενε ακέραιο, θα έπρεπε τώρα να εξοφληθεί σε λιγότερα χρόνια», καταλήγει ο ίδιος.

«Η ρύθμιση αποπληρωμής των τόκων είναι επί της ουσίας μια αναγνώριση από πλευράς της τράπεζας της αδυναμίας του δανειολήπτη να καταβάλει ολόκληρη τη δόση. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, δεν λύνει το πρόβλημα, καθώς δεν αποτελεί μια οριστική διευθέτηση αλλά μία προσωρινή λύση, η οποία κάθε τρεις και λίγο επανεξετάζεται, μεταθέτοντας το πρόβλημα για το μέλλον.

Με τον τρόπο αυτό, οι δανειολήπτες “ροκανίζουν” χρόνο, ενώ η τράπεζα έχει στην αναμονή ένα νέο κύμα “κόκκινων” δανείων», υπογραμμίζει ο κ. Αναστασόπουλος.

Σύμφωνα με τον ίδιο, για να μη «σκάσουν» εκ νέου τα επίμαχα δάνεια, οι τράπεζες θα μπορούσαν να δώσουν κάποιο κίνητρο στους κατόχους τους.

«Ο επαναπροσδιορισμός του δανείου με τέτοιον τρόπο, έτσι ώστε να είναι αντίστοιχο της εμπορικής αξίας των ακινήτων, όπως αυτές έχουν διαμορφωθεί σήμερα, θα μπορούσε να εκληφθεί ως επιβράβευση από το δανειολήπτη και, άρα, να τον πιέσει για την ομαλή εξυπηρέτησή του», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Στόχος η σταδιακή αύξηση των μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων

«Οι προσπάθειες των πιστωτικών ιδρυμάτων για την παροχή βιώσιμων λύσεων θα πρέπει να εντατικοποιηθούν, καθώς το α’ τρίμηνο του 2017 οι καθαρές ροές διαμορφώθηκαν σε οριακά υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 2016 (ήτοι, 576 εκατ. ευρώ έναντι 385 εκατ. ευρώ), ως αποτέλεσμα του χαμηλού ρυθμού εξυγίανσης (cure rate) των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων και του υψηλού ποσοστού υποτροπής των ρυθμισμένων δανείων, τα οποία είχαν ταξινομηθεί στα εξυπηρετούμενα ανοίγματα», αναφέρει η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) στην τελευταία επισκόπηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες στοχεύουν στη σταδιακή αύξηση έως το 2019 των μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ για τους επιχειρησιακούς στόχους μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν συμφωνήσει στην αύξηση των επίμαχων ρυθμίσεων, με το εύρος του στόχου να κυμαίνεται σε 27% – 61% το 2019 από 15% – 19% κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2016.

«Στις μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, η παράταση της διάρκειας ενός δανείου και το «σπάσιμό» του σε δύο μέρη.

«Η αποπληρωμή του πρώτου μέρους, που μπορεί να είναι, για παράδειγμα, το ποσό της εμπορικής αξίας του ακινήτου -εφόσον, βέβαια, συνάδει και με τις οικονομικές δυνατότητες του δανειολήπτη-, γίνεται κανονικά, ενώ το δεύτερο μέρος παγώνει, με την οφειλή να μεταφέρεται στο μέλλον. Χωρίς να τοκίζεται έως ότου αποφασιστεί εάν θα διαγραφεί ως επιβράβευση για την ομαλή εξυπηρέτηση του πρώτου μέρους ή εάν θα επαναξιολογηθεί, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τυχόν νέα οικονομικά δεδομένα του δανειολήπτη.

Οπως και να έχει, η απόφαση θα πρέπει να αποτυπώνεται σαφώς από τώρα στις ρυθμίσεις για να γνωρίζει ο κάτοχος του δανείου τι τελικά θα πληρώσει και εάν είναι προς το συμφέρον του», καταλήγει ο κ. Αναστασόπουλος.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις έχουν αυξηθεί κατά 61% από τις αρχές του 2016, με το μεγαλύτερο μέρος να αφορά στα στεγαστικά δάνεια, καθώς το αντίστοιχο ποσοστό αύξησης ανέρχεται σε περίπου 300%.

Από το ένθετο Οικονομία της έντυπης έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής

 

Leave A Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.