Η βασική διαφορά του νέου ΚΦΕ 4172/2013 , σε σχέση με τον προηγούμενο ΚΦΕ , αφορά στην αυτοτελή φορολόγηση των εισοδημάτων κάθε πηγής. Τουτέστιν δεν έχουμε πια συνάθροιση εισοδημάτων προς φορολόγηση αλλά συνάθροιση και εκκαθάριση φόρων που προκύπτουν από κάθε πηγή εισοδήματος.
Παραθέτουμε χωρίς περαιτέρω ανάλυση του Νόμου , ένα παράδειγμα που αναδημοσιεύουμε απο τον δικτυακό τόπο http://epixeirisi.gr/ :
Κατά το φορολογικό έτος 2014, ο ΑΧ, μηχανολόγος μηχανικός με έδρα την κατοικία του, απέκτησε τα παρακάτω εισοδήματα:
- Εργαζόμενος ως μισθωτός, βάσει σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, σε επιχείρηση, έλαβε καθαρές αποδοχές: 14.000 ευρώ (φόρος μισθωτής εργασίας που αναλογεί 980 ευρώ, φόρος μισθωτής εργασίας που παρακρατήθηκε 965,30 ευρώ).
- Ως παρέχων υπηρεσίες, βάσει έγγραφων συμβάσεων, σε δύο νομικά πρόσωπα, εκδίδοντας Τ.Π.Υ. Ακαθάριστες αμοιβές 10.000 ευρώ, διάφορα λειτουργικά έξοδα 1.500 ευρώ, ασφαλιστικές εισφορές δεν οφείλονται και δεν καταβλήθηκαν, επειδή οι υποχρεώσεις προς το ΕΤΑΑ (κλάδος Μηχανικών), καλύπτονται από την ασφάλιση του υπόχρεου, ως μισθωτού. Παρακρατήθηκε φόρος από τους λήπτες των υπηρεσιών, βάσει της περ. δ, της παρ. 1, του άρθρου 64 του ΚΦΕ, 20%, ήτοι 2.000 ευρώ.
- Ως εκμισθωτής κατοικίας λαμβάνοντας ετήσιο μίσθωμα 4.800 ευρώ.
Φορολογική επιβάρυνση:
Θα έχουμε διακεκριμένη φορολόγηση των παραπάνω εισοδημάτων:
Α. Ως μισθωτός θα πρέπει να αναγράψει στη φορολογική δήλωση (κωδ. 049, πίνακας 7) ποσό τουλάχιστον 1.400 ευρώ (14.000 χ 10%) που αφορά αξία αποδείξεων αγοράς αγαθών και λήψης υπηρεσιών, κατά το 2014, προκειμένου να ενεργοποιηθεί η μείωση φόρου του άρθρου 16 (βλ. παρ. 24, άρθρου 72). Ο φόρος που αναλογεί στο εισόδημα αυτό, μετά την ικανοποίηση της ως άνω προϋπόθεσης, είναι 980 ευρώ.
Β. Παρόλο που αρχικά εμφανίζεται να έχει τις προϋποθέσεις ένταξής του στην περ. στ΄, παρ. 2 του άρθρου 12, ωστόσο σύμφωνα με ρητή αναφορά στον νόμο, η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται αν ο φορολογούμενος αποκτά (και) εισόδημα από μισθωτή εργασία, βάσει μιας των προηγούμενων πέντε περιπτώσεων της παρ. 2 (όπως είναι η περίπτωση της εξαρτημένης εργασίας). Συνεπώς, για το καθαρό εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, θα φορολογηθεί σύμφωνα με την κλίμακα της παρ. 1, του άρθρου 29, ήτοι:
8.500,00 χ 26% = 2.210,00
Γ. Για το εισόδημα από την ακίνητη περιουσία, η φορολόγηση θα γίνει σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 39 και 40 του ΚΦΕ. Συγκεκριμένα, αφού αφαιρεθεί ποσό 240 ευρώ (4.800,00 χ 5%) ως δαπάνες επισκευής, συντήρησης κ.λπ. χωρίς δικαιολογητικά (περ. α, παρ. 3 του άρθρου 39), θα προκύψει το καθαρό ποσό που θα μεταφερθεί στην κλίμακα του άρθρου 40:
4.560,00 χ 11% = 501,60
Σε ό,τι αφορά τον υπολογισμό προκαταβολής φόρου φυσικών προσώπων, βάσει των διατάξεων του άρθρου 69, παρ. 1 του ΚΦΕ, αυτή θα προκύπτει μόνο επί του εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα (βλ. και Πολ. 1067/2015), με συντελεστή 55%, αφού αφαιρεθούν οι φόροι που έχουν παρακρατηθεί (βλέπε δεύτερο εδάφιο της παρ. 1, του άρθρου 69), ήτοι:
2.210,00 χ 55% = 1.215,50 – [2.000,00 + 980,00] = ΔΕΝ ΠΡΟΚΥΠΤΕΙ ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗ ΦΟΡΟΥ.
Σημείωση:
Αφαιρέθηκε το άθροισμα των παρακρατουμένων φόρων στην πηγή (επιχειρηματικής δραστηριότητας και μισθωτής εργασίας), δεδομένου ότι η σχετική διάταξη (πρώτη φράση του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1, του άρθρου 69), αναφέρει: «Αν στη δήλωση περιλαμβάνονται και εισοδήματα για τα οποία ο φόρος παρακρατείται…..ο φόρος που παρακρατήθηκε εκπίπτει από τον φόρο που πρέπει να βεβαιωθεί ως προκαταβολή». Εξάλλου, στην Πολ. 1067/20-3-2015, αναφέρεται ότι «η προκαταβολή που βεβαιώνεται, συμψηφίζεται με φόρο που προκύπτει στο επόμενο φορολογικό έτος, ανεξάρτητα από την κατηγορία του εισοδήματος που προκύπτει ο φόρος αυτός». Συνεπώς, κατά την γνώμη μου, θα πρέπει να αφαιρείται το σύνολο των παρακρατηθέντων φόρων. Σε κάθε περίπτωση, αναμένεται σχετική διευκρίνιση.
Πάντως στο παράδειγμά μας, έτσι ή αλλιώς, δεν θα προκύψει προκαταβολή φόρου.
Αναδημοσίευση παραδείγματος από το σημείωμα του κ.Νίκου Σγουρινάκη Λογιστή Φοροτεχνικού
http://epixeirisi.gr/