Το είδα πλήρως λεηλατημένο, με την πόρτα του κλεμμένη και ξεριζωμένη, έτσι μπόρεσα να δω έστω και με δυσκολία το εσωτερικό. Από μακριά, μου είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον αυτό το άλλοτε «μοντέρνο» σπίτι της Αθήνας, στην οδό Φαλήρου 72, κοντά στο Φιξ, έτσι όπως έστεκε με βουβή καρτερία με τις βαθιές ώχρες του, σε εκείνο το σκουριασμένο βερικοκί, σαν ξεπλυμένη ακουαρέλα.
του Νίκου Βατόπουλου
Ηταν ένα από τα πολλά, με τη δική του ιστορία και αυτό, ένα αστικό σπίτι σαν τόσα ακόμη, από εκείνη την ατελεύτητη σειρά από νεκρά κελύφη. Το είδα δίπλα σε δύο ακόμη, που σχημάτιζαν μια τριλογία του 1930 στην οδό Φαλήρου, το καθένα με διαφορετική τύχη. Το «δικό» μου, αυτό που από μακριά είχα διαλέξει, με τις βερικοκί ώχρες, τις ξεπλυμένες, ήταν στη χειρότερη κατάσταση. Ανοικτό και πλήρως εκτεθειμένο, είχε απολέσει κάθε φαινομενικό ίχνος αξιοπρέπειας. Στο διπλανό, στον αριθμό 70, είδα με έκπληξη ότι το σιδερένιο θύρωμα έχει σχέδιο αρ νουβό, και στον αριθμό 68, η εσοχή στον εξώστη είχε ημικύκλιο.
Και τα τρία, σπίτια μιας άλλοτε μοντέρνας, συνοικιακής Αθήνας, βρίσκονταν σε μια όχι συνηθισμένη παράταξη παρόμοιας κλίμακας και σε χρωματική παραλλαγή, με βερικοκί, κρεμ και ροζ, στη σειρά. Αλλά το πρώτο, που είχα δει, ήταν το μόνο τόσο λαβωμένο. Η άφαντη πόρτα ήταν κάποτε ξύλινη σαν σε νεοκλασικό σπίτι και δεν είναι απίθανο ο πάνω όροφος να αποκτήθηκε αργότερα και το σπίτι να έγινε έτσι «μοντέρνο» πριν από 80 χρόνια.
Εχει μεγάλη συγκίνηση η προσαρμογή του μοντέρνου ρυθμού του ’30 στην κλίμακα της αθηναϊκής συνοικίας, κατά τρόπο ανάλογο που ο νεοκλασικισμός μια και δύο γενιές πριν είχε περάσει στα μικρά δρομάκια σε κάθε γειτονιά.
Ετσι, έβλεπα αυτά τα μοντέρνα σπίτια της Φαλήρου και έφερα στον νου άλλα «μοντέρνα» σε αθηναϊκές γειτονιές, που είχα δει πρόσφατα. Ηταν στον ίδιο τύπο της διπλοκατοικίας (ενίοτε και τριπλοκατοικίας) που μετά το 1930-32 άρχισε να εμφανίζεται σε μικρά οικόπεδα και σε γειτονιές που δεν μπορούσαν ακόμη να υποδεχθούν πραγματικές πολυκατοικίες. Είτε γιατί δεν το σήκωνε η γειτονιά είτε γιατί δεν υπήρχε δυνατότητα χρηματοδότησης.
Αυτές οι διπλοκατοικίες, ας πούμε του 1935, έγιναν τα μοντέρνα σπίτια, που δεν ήταν ούτε μονοκατοικίες αλλά ούτε και πολυκατοικίες. Πρόσφατα είδα μία τέτοια, άλλοτε μοντέρνα, διπλοκατοικία στην οδό Εΰνάρδου 33, κάτω από την Αχαρνών, που υπέθεσα ότι κάποτε θα ήταν περιζήτητη κατοικία. Είδα καμένα στρώματα μέσα από το σπασμένο τζάμι της μιας εξώθυρας.
Πρόσφατα, πάλι, στην οδό Σπετσών πάνω από την πλατεία Κυψέλης, στους αριθμούς 134 και 136, παρατηρούσα δύο παρόμοιες διπλοκατοικίες του Μεσοπολέμου, ρομαντικά παραιτημένες πίσω από τις ακακίες, πόσο σοφά οργανωμένες φαίνονταν και πόσο επιμελημένη όψη είχαν. Τις αναφέρω ενδεικτικά, γιατί η Αθήνα είναι γεμάτη από τέτοιες διπλοκατοικίες, από το Θησείο ώς του Γκύζη και από τους Αμπελοκήπους ώς τον Νέο Κόσμο.
Γεμάτες οι συνοικίες, οι παλιές, με τις πρώτες «μοντέρνες» λύσεις συγκατοίκησης σε εξελιγμένες συνθήκες και μου έρχονται σκόρπια στον νου θολές μνήμες από διπλοκατοικίες στις οδούς Καλλιφρονά, Ιμβρου, Λομβάρδου, Χαριλάου Τρικούπη… Πυκνή παράθεση αστικών κατόψεων και σεμνών προσόψεων.
Ξαναγυρίζω το βλέμμα στο βερικοκί σπίτι της Φαλήρου, με την πρόσοψη σαν υδατογράφημα και έμβλημα γηρασμένης πρωτοπορίας, με τον αέρα να κυκλοφορεί ελεύθερος. Στον πάνω όροφο, σε κάποια κρεβατοκάμαρα, βλέπω ήδη ίχνη από κορνίζες και σκόρπιες εφημερίδες. Σαν ένας αστικός βωμός στέκει όρθιο μέχρι νεωτέρας.
πηγή:Έντυπη Καθημερινή