Στο μεγάλο παζάρι της Σμύρνης- Μέρος Πρώτο: Τότες…

2
Μια «θύμηση»  μπλεγμένη σε φωτογραφίες του σήμερα
γράφει ο pigkuinos
Ούλοι σου λέω, ούλοι. Και οι ξενοφερμένοι και οι λεβαντίνοι και οι Ρωμιοί -οι αναντάν μπαμπαντάν Σμυρνιοί- ούλοι παέναμε εκείνον τον καιρό στο τσαρσί.
Άλλοι για χάζι, άλλοι για βόλτα κι άλλοι για να ψωνίσουν. Και μα τον Άγιο Βουκόλο -μεγάλη η χάρη του-, ημπορούσε κανείς να έβρει ό,τι ετραβούσε η ψυχούλα του στους πάγκους των πραματευτάδων και στα μεγάλα τα καταστήματα των εμπόρων! Φαγιά, ρούχα, τσεβρέδες, βελέντζες, τεντζέρια, ποτήρια, χάντρες και ζα. Τ’ Αβραάμ και του Ισαάκ τ’ αγαθά! Μεγάλο μπερεκέτι!
Μήτε της Πόλης τα παζάρια δεν μας εφτάνανε τότες σε ποικιλία και σε ποιότητα! Κι αν κάπου κάπου ξέπεφτε κατά δω καμιά Πολίτισσα, την εκατάπινε την ξιπασιά της σαν έβλεπε τα πόσα καλούδια ημπορούσε ν’αγοράσει με ελάχιστους παράδες.
Υφαντά με κεντημένες παραστάσεις, πλουμιστές εσάρπες, γουστόζικα πασούμια, φέσια με εντυπωσιακές φούντες, φορεσιές με πούλιες και λεβαντίνικα υποκάμισα με κομβία.
Όποιος κι αν ήσαν ο δικός σου ο τρόπος να εντυθείς, έβρισκες ενδύματα για την αφεντιά σου.
Αν ήσουν δε καμιά κοκέτισσα γυναίκα, μήτε που ήξευρες πώς να πρωτοδιαλέξεις ανάμεσα σε τόσα κοσμήματα και γιορντάνια.
Άσε τα χαλιά! Κιλίμια και μπουχάρες! Από την Καππαδοκία και το Ικόνιο. Ή ακόμα παραπέρα από τα μέρη της Περσίας πούναι βδομάδες δρόμος από εδώ. Αν τάχες τα λεφτά για να τα δώκεις, έβρισκες χαλιά καλύτερα κι από εκείνα πούχαν στα σαλόνια τους οι βεζύρηδες και οι σουλτάνοι.



Αλλά και χαλάκια προσευχής που στρώνουν οι μουσουλμάνοι κατα’ης. Για να προσευχηθούν κατά μεριάς τση Μέκκας!
Και όπλα έβρισκες μπόλικα: γιαταγάνια, ξίφη, σπαθιά, πιστόλια, μαχαίρες. Που κάποτες είχαν κάποιονε δύστυχο εσακάτευσει εις το πεδίον της μάχης και βρέθησαν μετά από καιρό απάνου στα ράφια των εμπόρων και μέσα στα μπαούλα τους. Κάποιοι τα ηγοράζανε να διακοσμούν τους τοίχους τους, κάποιοι τα βάναν στα ντουλάπια για τη δύσκολη την ώρα -αχρείαστα νάναι!
Μα και προικιά μπορούσες γιαβρί’μ να ηγοράσεις: παπλώματα, κουβέρτες, σεντόνια, πλεχτά και σεμεδάκια.
Και είδη για το σπίτι: λάμπες με πετρέλαιο, πιάτα πορσελάνινα, κιούπια, τσανάκια, σκαλιστά ποτήρια, μαχαιροπήρουνα με φιλντισένια τελειώματα.
Κι αν ημπορεί κανείς να περιγράψει τα χρώματα και τα σχήματα, θαρρώ πως είναι αδύνατο να σου κλείσει μέσα σε λέξεις, τις γεύσεις και τ´αρώματα. Γιατί τούτο το τσαρσί μας, το μεγάλο παζάρι της Σμύρνης μας, δεν είχε όμοιό του σε γεύσεις και σε φαγητά σε ολόκληρη την οικουμένη.
Από τη μύτη σε σέρνανε. Οι πάπρικες, τα πιπέρια, τα κύμινα, τα σουμάκ και τα σησάμια. Τα σινάπια και οι κουρκουμάδες. Τα δενδρολίβανα και τα μαχλέπια. Και σε οδηγούσανε στα μαγαζιά με τα μπαχάρια.
Από λεμόνια, καϊσια, μελιτζάνες και κρομύδια, όσα βάνει ο νους σου και ακόμα περσσότερα. Εκεί στους πάγκους των μανάβηδων.
Σε κάθε γωνιά και κάποιος πούλαε τα όσα εφύτρωνε στη γη του. Μαϊντανό και φρέσκο άνηθο, πλεξούδες από σκόρδα. Να βάνεις στην κατσαρόλα μερικές σκελίδες να νοστιμέψει το φαγί, γιαβρί’μ. Και να κρεμάσεις το υποδέλοιπο παραδίπλα στο κατώφλι του σπιτιού σου για το κακό το μάτι. Φτου, φτου, φτου, Ιησούς Χριστός νικά και όλα τα κακά σκορπά!
Πεινασμένος να μην ήσουν, η όρεξη σίγουρα σου άνοιγε!
Με τα μοσχομυριστά σιμίτια απάνου στους ντορβάδες.
Τα σαλέπια, το σάμαλι, τα λευκά όρη από λουκούμια.
Ναι, τα πάντα έβρισκες στο τσαρσί μας τότες.
Μα δεν ήταν γιαβρί’μ μονάχα οι πραμάτειες που σου γιόμιζαν το μάτι, μα και το μέγα πλήθος: Ρωμιοί, Τούρκοι, Αρμένηδες, Οβραίοι, Οσμανλοί, Αλβανοί, Γιουζούκοι, Βούλγαροι, Σύριοι, Τσέρκοι, Πέρσες -ώρα πολύ θα σού’παιρνε για να μετρήσεις τις φυλές.



Μπέηδες με μεγάλες κατραμένιες γενειάδες και ριχτές ρόμπες, λεβαντίνοι με φαβορίτες, αστεία πανταλόνια και στενά παπούτσια, ζεϊμπέκοι με λευκές βράκες και πανύψηλα τουρμπάνια, καραμπουζουκλήδες με τη μουστάκα τους, Ρωμιοί με τα καλοσιδερωμένα υποκάμισα από τα χεράκια των παστρικών συζύγων των, Σύριοι με τις ανοιχτόχρωμες κελεμπίες και Τούρκοι με τα φέσια και τα αξούριστα μάγουλά τους.
Μια παρδαλή γιορτή από ενδυμασίες τόσο διαφορετικές αναμεταξύ τους που μπούχτιζες πια απ’τα χρώματα, τα μπούρου μπούρου, τα πολλά τα πηγαινέλα και τη χλαπαταγή.
Μα αν δεν ήσουνα τίποτις τζαναμπέτης, μπορεί και να εκτιμούσες όλον εκείνο το συρφετό. Με τις αναρίθμητες λαλιές, τις συνήθειες και τα διδάγματα τση παράδοσης του καθενός τους. Έτσι είχαμε μάθει, νάμαστε ούλοι μαζί μπερδεμένοι τότες -μα μ’έναν τρόπο την εβρίσκαμε την άκρη. Με τον τρόπο πούχαμε μάθει από τους προγόνους μας. Και που κι αυτοί είχανε μάθει από τους δικούς τους τους προγόνους. Έτσι ήτανε τότες καμωμένος ο κόσμος ο δικός μας.
Τέχνη ήταν το να πουλάς και να ηγοράζεις στο τσαρσί. Κι αν είσαι άμαθητος, κάτσε να σου τα ήπω και να στα εξηγήσω: σαν έμπαινε καλοβαλμένος πελάτης σε μαγαζί με φορτωμένο το κεμέρι του, άρχιζαν αμέσως τα τραταρίσματα και οι φιλοφρονήσεις. Και νάσου τα φλιτζάνια με τον τούρκικο καϊφέ, και νάσου οι ναργιλέδες με τ’αρώματα και το ψιλό το λακιρντί.
Ύστερα αρχινούσε η επίδειξη της πραμάτειας: έχουμε κι αυτό, έχουμε και τ’άλλο. Αν κάτι του εγυάλιζε του πελάτη, έμπαινε στο νόημα ο καταστηματάρχης και ξεκινάγαν τα παζάρια. Πόσο το δίνεις; Πόσο το παίρνεις; Μην πεις πολλά, θα τον ξεκάμεις. Μην πεις και λίγα, θα τον προσβάλεις. Τόσα; Μπα, δώσε κάτι παραπάνω και χαλάλι σου! Κι έτσι κάπως εγιόμιζε ο μπεζαχτάς με παράδες.
Μα μη θαρρείς δα ότι ξέπεφτε εύκολα πελάτης με παχουλό κεμέρι. Περσσότερους παρακεντέδες έβρισκες να τριγυρίζουν στο τσαρσί, παρά πελάτες σοβαρούς. Λίγο απ’εδώ, λίγο απ’εκεί, την εβγάνανε την ημέρα τους και δαύτοι. Άσε τους καμπόσους σουρουκλεμέδες που χαζολογάνε και τον παρά τους δεν τον έβλεπες.
Το τρισχειρότερο ήσαν οι ερίφηδες και οι μουφλούζηδες που ετόλμαγαν να σκάσουν μύτη, μονάχα αν είχαν βεβαιωθει πως δεν θα πέσουν απάνου στους πιστωτές τους. Αλλά δεν βαριέσαι καημένε’μ, μπαταχτσήδες πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν.
Από τ’αξημέρωτα ανοίγαν τότες τα καταστήματα και παίρνανε θέση οι πάγκοι στην αράδα.
Πλακώνανε οι πρώτοι, οι πρωινοί πελάτες κι ύστερα όταν ο ήλιος σκαρφάλωνε στον ουρανό επύκνωνε ο κόσμος κι άρχιζε το χοντρό το νταραβέρι. Ντόπιοι και ξένοι, εφέντηδες και φτωχομπηνέδες, περαστικοί και μουστερήδες. Νενέδες με τα εγγόνια τους, ναύτες σκαμένοι απ’ την αλμύρα, κουκουλωμένες νιες με τις μανάδες τους, κατσίβελοι και αριστοκρατέοι.
Τις πολύ ζεστές ημέρες, εκεί κάπου στ’απομεσήμερο έπεφτε η κίνηση, αραίωνε ο κόσμος. Λουφάζανε και οι εμπόροι πίσω από τους πάγκους τους. Γυαλίζαν τα χαλκώματα και τα μπακίρια του καφέ στην αντηλιά, αστράφτανε τα μαντεμένια σκεύη και οι μαστραπάδες.
Κι ύστερα τ’απόγεμα όταν σκωνότανε ο μπάτης και έφερνε τη δροσιά τ’Αιγαίου, άντε ξανά εφούντωνε τ’αλισβερίσι μέχρι το δείλι.



Οι πολύβοες στοές κι οι δρόμοι ανάσαιναν για λίγο, την ώρα που μάζευε ο μουεζίνης τους πιστούς καλώντας τους από τον μιναρέ για προσευχή. Γιομίζαν τότες οι αυλές των τζαμιών με κόσμο πολύ.
Σκύβανε οι άντρες κι ανεβάζανε τα σαλβάρια και τις βράκες τους, επλένανε τα πόδια τους και μπαίνανε στα τζαμιά για να συνομιλήσουνε με τον Αλλάχ τους.
Γονατισμένοι απάνου στα παχιά χαλιά.
Παρακαλώντας για τα ίδια θέματα που απασχολούν τους ανθρώπους εις τους αιώνες των αιώνων.
Αμήν.
Έτσι ξημεροβραδιάζονταν οι μέρες στο μεγάλο μας τσαρσί. Μέχρι που το σκοτάδι σιωπούσε τους ανθρώπους καθε βράδυ, κατέβαζε τα ρολά τους, έδιωχνε τους πάγκους τους κι έσβηνε τα ίχνη τους. Ναι, έτσι κυλούσαν οι ζωές μας για γενιές ολόκληρες στη Σμύρνη μας. Άχου τι λαίμαργα που χορταίναμε εκείνες τις ζωές!
πηγή: www.pigkuinos.blogspot

2 Σχόλια

  1. Γειά σας, είμαστε απο την Κρήτη και πιο συγκεκριμένα απο τον Καρδουλιανό- Καστέλλι Πεδιάδας τον σύλλογο Μικρασιατών και φίλων Καρδουλιανού. Ενθουσιασμενοί απο το κείμενο σας για το μεγαλο παζάρι της Σμυρνης θα θέλαμε να σας ρωτήσουμε αν μπορουμε να το συμπεριλαβουμε σε μία περιοδική έκδοση που ετοιμάζουμε και θα παρουσιαστεί στις 25 Αυγούστου αφιερωμένο στην ζωή των μικρασιατων προγονων μας που ηρθαν απο την πατρίδα και εγκαταστάθηκαν στο χωριό μας φυσικά με την υποχρεώση μας να αναφέρυμε την πηγή του κειμένου. Σας ευχαριστούμε πολύ και ελπίζουμε να έχουμε την συγκατάθεση σας

  2. Καλησπέρα σας,με χαρά θα βλέπαμε το κείμενο του άρθρου μας στην έκδοση σας, την οποία αν έχετε την καλοσύνη μάλιστα να μας την αποστείλετε. Θα σας παρακαλούσαμε μόνο να βάζατε την πηγή του κειμένου ( http://www.pigkuinos.blogspot)
    Καλή επιτυχία στην εκδήλωση σας.

Leave A Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.