Έξι νέες ταινίες στις αίθουσες, καμία αξέχαστη, κάποιες, όπως το «Κορίτσι» και οι «Κληρονόμοι», με θεματικό – κυρίως – ενδιαφέρον
του Γιάννη Ζουμπουλάκη*
«Κορίτσι»,
(«Girl», Ολλανδία / Βέλγιο, 2018). Δραματική του Λούκας Ντον
Eνα αγόρι στην εφηβεία (Bίκτορ Πόλστερ) αποφασίζει ότι θέλει να είναι γυναίκα. Ντύνεται γυναικεία, χτενίζεται γυναικεία, κρύβει τα γεννητικά του όργανα με κολλητική ταινία. Τι μπορεί να σημαίνει αυτή η απόφαση, πρώτον για το αγόρι σε σχέση με τον εαυτό του και εν συνεχεία σε σχέση με τους άλλους; Καυτά ερωτήματα που τίθενται γενναία και χωρίς περιστροφές στην πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Βέλγου Λούκας Ντον, η οποία έχει προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις όπου και αν μέχρι τώρα προβλήθηκε, μετά τη βράβευσή της στο τμήμα Ενα Κάποιο Βλέμμα του Φεστιβάλ των Καννών τον περασμένο Μάιο.
Ο νεαρός σκηνοθέτης προσηλώνεται ευλαβικά στο πρόσωπο που τον ενδιαφέρει και το φιλμ μοιράζεται ανάμεσα σε σκηνές με τον πατέρα και τον μικρό αδελφό του, στο σχολείο, στη σχολή κλασικού μπαλέτου (όπου το παιδί έχει εμφανώς ταλέντο) αλλά και στους γιατρούς που προσπαθούν να διαχειριστούν τις ορμόνες του. Το σώμα δεν ανταποκρίνεται στις επιθυμίες του παιδιού, το στήθος του αρνείται να μεγαλώσει.
Στην ουσία παρακολουθούμε έναν αυτοβασανισμό, κρυμμένο πίσω από μια επίπλαστη(;) ευδαιμονία. Συνεπής σε αυτό που θέλει να σχολιάσει, η παράξενη αυτή ταινία μπορεί να γίνει ενοχλητική αλλά χάρη στη μοντέρνα κινηματογράφησή της και φυσικά στο θέμα της δεν παύει να είναι πάρα πολύ ενδιαφέρουσα.Βαθμολογία: 3
«Οι κληρονόμοι»,
(«Las herederas», Παραγουάη, Ουρουγουάη, Βραζιλία, Γερμανία, Νορβηγία, Γαλλία, 2018). Δραματική του Μαρτσέλο Μαρτινέσι
Δυο προχωρημένης ηλικίας γυναίκες, η Τσέλα (Ανα Μπρουν) και η Τσικίτα (Μαργκαρίτα Ιρούν) είναι τα πρόσωπα που παρακολουθεί στην πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του ο παραγουανός σκηνοθέτης Μαρσέλο Μαρτινέσι. Αν και ο σκηνοθέτης δεν δίνει ποτέ πολλά στοιχεία, ο θεατής αντιλαμβάνεται ότι η σχέση των δύο γυναικών είναι ερωτική. Η Τσέλα ζωγραφίζει, η Τσικίτα καπνίζει. Και οι δύο ονειροπολούν. Ωσπου μια μέρα η σκληρή πραγματικότητα θα στείλει την Τσικίτα στη φυλακή για ένα (εξίσου μπερδεμένο) οικονομικό έγκλημα αφήνοντας την Τσέλα μόνη.
Τα οικονομικά προβλήματα αναγκάζουν την Τσέλα να αρχίσει να πουλά αντικείμενα του σπιτιού, να γίνει σοφέρ χρησιμοποιώντας επί πληρωμή την παλιά της Μερτσέντες ενώ δεν έχει δίπλωμα. Γνωριμίες με νέους ανθρώπους, ανησυχίες για την επόμενη μέρα. Ο Μαρτινέσι δίνει το μεγαλύτερο βάρος στην Τσέλα και προσφέρει μια πολύ ευαίσθητη (αν και συχνά αποπνιχτική) ταινία πάνω στη θλίψη της μοναξιάς, τον φόβο των γηρατειών, την αβεβαιότητα του αύριο. Βραβείο Αργυρής Αρκτου καλύτερης γυναικείας ερμηνείας (Ανα Μπρουν) στο τελευταίο Φεστιβάλ Βερολίνου αλλά και η επίσημη πρόταση της Παραγουάης για την κατηγορία του Οσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας για το 2018.Βαθμολογία: 3
«Μαίρη Σέλεϊ»,
(«Mary Shelley», Αγγλία / HΠΑ / Λουξεμβούργο, 2017). Δραματική βιογραφία της Χάιφα αλ Μανσού
Στα 16 της, η Μαίρη Γουόλστοουνκραφτ Γκόντουιν, όπως ήταν το πραγματικό όνομα της συγγραφέως Μαίρη Σέλεϊ (1797 – 1851), ερωτεύθηκε παράφορα τον Πέρσι Σέλεϊ, έναν δημοφιλή μποέμ της εποχής και η κυκλοθυμική σχέση τους άγγιξε την τραγωδία με τον θάνατο του παιδιού τους. Και όταν αργότερα προέκυψε ο «Φρανκενστάιν ή ο Σύγχρονος Προμηθέας», το εμβληματικό, στοχαστικό μυθιστόρημά της που έχει εμπνεύσει αμέτρητους καλλιτέχνες, κανείς δεν ήθελε να το εκδώσει, πέρα από το ότι ελάχιστοι είχαν πιστέψει ότι το είχε όντως γράψει εκείνη.
Ολα αυτά συμπυκνώνονται στο βιογραφικό δράμα της σκηνοθέτριας Αχαϊφά αλ Μανσούρ από τη Σαουδική Αραβία, εδώ στην πρώτη αγγλόφωνη δουλειά της στον κινηματογράφο. Ωστόσο, το ουσιαστικό μέρος της ταινίας, η έμπνευση, η συγγραφή και οι δυσκολίες για την έκδοση του «Φρανκενστάιν» αρχίζει μετά τη μέση, οπότε το ενδιαφέρον μας κάπως θερμαίνεται. Γιατί ως τότε το φιλμ δεν ξεφεύγει από τα στεγνά επίπεδα μιας καλοφτιαγμένης, ακαδημαϊκής και εξαιρετικά επίπεδης τηλεταινίας του BBC, και μάλιστα παλαιότερων, ξεπερασμένων πια εποχών. Αδιάφορες ερμηνείες από την Ελ Φάνινγκ (Μαίρη Σέλεϊ) και Μπεν Χάρντι (Πέρσι Σέλεϊ).Βαθμολογία: 1 ½
«Αιγαίο SOS»,
(Ελλάδα,2018) του Πιέρρου Ανδρακάκου
Με το «Αιγαίο SOS» ο τηλεοπτικός σκηνοθέτης Πιέρρος Ανδρακάκος ακολουθεί τα βήματα που χάραξε ο Νίκος Περάκης στο είδος της ελληνικής στρατιωτικής κωμωδίας και σχολιάζει τη σχέση Ελλάδας – Τουρκίας μέσα από μια σουρεαλιστική ιδέα: μια βραχονησίδα ξεπετιέται μέσα από τη θάλασσα ανάμεσα στη Ρόδο και την Τουρκία προκαλώντας πανικό τόσο στους Ελληνες όσο και τους Τούρκους. Στρατιώτες και των δύο χωρών πηγαίνουν στο νησί και ο Ανδρακάκος αρχίζει να κινηματογραφεί επεισόδια, χωρίς στην ουσία να υπάρχει ένα ολοκληρωμένο σενάριο (το συνυπογράφουν οι Γιάννης Παπαδόπουλος, Μαργαρίτης Παπαδόπουλος και Δημήτρης Μαρούδης).
Οι μικροί ρόλοι σίγουρα προκαλούν γέλιο: ο Φου Γιν ως κινέζος πλανόδιος πωλητής με το καΐκι, για παράδειγμα, ή ο παχουλός Μαύρος Ζερόμ Καλούτα ως «γιατρός» Κυριάκος Τσιμπάμπο. Ταυτόχρονα, ο Θοδωρής Αθερίδης είναι, όπως πάντα, συμπαθής παίζοντας τον έλληνα επικεφαλής της διμοιρίας ο οποίος είναι αποσυντονισμένος γιατί τον έχει απατήσει η γυναίκα του και ο Πάνος Βλάχος είναι ακόμη καλύτερος στον ρόλο του βλάχου φαντάρου που είναι αδύνατον να καταλάβεις χωρίς υποτίτλους (και δεν έχει υποτίτλους). Παρεμπιπτόντως αυτή η τελευταία ιδέα είναι μια παραλλαγή ενός ευρήματος που είχε ο Νίκος Περάκης στο «Λούφα και παραλλαγή: Σειρήνες στο Αιγαίο» με τον Κρητικό του Ορφέα Αυγουστίδη. Μόνο που εκεί, τουλάχιστον, υπήρχαν υπότιτλοι.Βαθμολογία: 2
«Φανταστικά Ζώα: Τα εγκλήματα του Γκρίντελβαλντ»,
«Fantastic Beasts: The Crimes of Grindelwald»,
(ΗΠΑ / Aγγλία, 2018) του Ντέιβιντ Γέιτς
Στη δεύτερη ταινία του Wizarding World της Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, δύο χρόνια μετά το «Φανταστικά ζώα και πού βρίσκονται», οι περιπέτειες του «μαγικοζωολόγου» Νιουτ Σκαμάντερ (Εντι Ρέντμεϊν) συνεχίζονται με προσθήκες καλών ηθοποιών όπως ο Τζόνι Ντεπ και ο Τζουντ Λο που υποδύονται (αντιστοίχως) τον σκοτεινό μάγο Γκρίντελβαλντ και σε νεότερη ηλικία τον Ντάμπλντορ, τον διευθυντή του Χόγκουαρτς στις ταινίες Χάρι Πότερ. Ονομα-κλειδί και πάλι ο Χάρι Πότερ, διότι είναι εμφανές ότι αυτό το καινούργιο franchise ταινιών δεν έχει ούτε τη γλύκα, ούτε τη θέρμη αλλά ούτε και το ξάφνιασμα των ταινιών του διοπτροφόρου μάγου, με τις οποίες, αναπόφευκτα, οι ταινίες των «Φανταστικών ζώων» θα συγκριθούν. Η αίσθηση της επανάληψης είναι πολύ έντονη, τα ειδικά εφέ άψυχα και η ιστορία πολύ μπερδεμένη.Βαθμολογία: 1 ½
-Αποκλειστικά στο Τριανόν, προβάλλεται το ελληνικό ντοκιμαντέρ του Χρήστου Πέτρου «λπ», ένας τίμιος φόρος τιμής του σκηνοθέτη απέναντι στην πρωτοπόρο της ηλεκτρονικής μουσικής στην Ελλάδα, Λένα Πλάτωνος, την οποία ο σκηνοθέτης, όπως εξ αρχής δηλώνει, θαυμάζει απεριόριστα. Εκτός άλλων μιλούν οι Δημήτρης Παπαϊωάννου, Γιώργος Χρονάς, Ελλη Πασπαλά, Σαβίνα Γιαννάτου, Πάνος Δράκος, Γιάννης Παλαμίδας, Θάνος Σταθόπουλος και Νίκος Αϊβαλή. Βαθμολογία: 2
Βαθµολογία. 5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: µέτρια, 0: απαράδεκτη
*Ο Γιάννης Ζουμπουλάκης είναι κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα
το ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ