Τι καινούργιο θα δούμε στις κινηματογραφικές αίθουσες – Από τη μουσική ταινία φαντασίας του Ντάνι Μπόιλ «Yesterday» έως τις δραματικές ταινίες των Αρμάντο Μπο και Λουί Ζιλιέν Πετί
του Γιάννη Ζουμπουλάκη*
Yesterday
(Αγγλία, 2019). Μουσική ταινία φαντασίας του Ντάνι Μπόιλ
Οι δημιουργοί αυτής της εξαιρετικά ευχάριστης, συγκινητικής και τρυφερής ταινίας, ο Ντάνι Μπόιλ στη σκηνοθεσία και ο Ρίτσαρντ Κέρτις στο σενάριο, δεν κρύβουν ούτε στιγμή την απέραντη αγάπη τους απέναντι στο μουσικό συγκρότημα των Beatles. Ωστόσο, η αγάπη αυτή στηρίζεται κατ’ αρχάς στις βάσεις ενός πανέξυπνου σεναρίου, άρα δεν έχουμε μια ταινία-αγιογραφία του συγκροτήματος, έστω και αν η μουσική αξία των τραγουδιών, αναπόφευκτα σχεδόν, βρίσκεται διαρκώς στο προσκήνιο. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα παραμύθι φαντασίας το οποίο ακολουθεί τους όρους του ανεξήγητου, καθότι το φαινόμενο που αφαιρεί από τη μνήμη του κόσμου καθετί που σχετίζεται με τους Beatles, όπως συμβαίνει εδώ, παραμένει πράγματι ανεξήγητο. Ενα μπλακ άουτ που για μερικά δευτερόλεπτα ακινητοποιεί τον πλανήτη και Beatles… τέλος. Κανείς δεν τους ξέρει, κανείς δεν έχει ακούσει τα τραγούδια τους. Εξαίρεση αποτελεί ένας μόνο άνθρωπος (Xίμες Πατέλ), Ινδός και άσημος μουσικός στο Λονδίνο. Αν και δεν είναι τέτοιος χαρακτήρας, αποφασίζει να αδράξει την ευκαιρία και αρχίζει να παρουσιάζει τα τραγούδια των Beatles ως δικά του… Αυτομάτως, λοιπόν, το παραπάνω πλαίσιο δίνει στους δημιουργούς του «Yesterday» το πάτημα για να καλλιεργήσουν υπέροχες ιδέες με απρόβλεπτες (ή όχι και τόσο απρόβλεπτες πάντα) εξελίξεις, μέσα από τις οποίες για μια ακόμη φορά διαφαίνεται το τεράστιο μεγαλείο των Beatles και κυρίως το αποτέλεσμα της ιδιοφυούς συνεργασίας στη μουσική και στους στίχους των Τζον Λένον – Πολ Μακ Κάρτνεϊ. Βαθμολογία: 3 ½
Το ένστικτο της ζωής
(Animal, Αργεντινή / Ισπανία, 2018). Δραματική του Αρμάντο Μπο
Η νεφρική ανεπάρκεια δεν είναι ακριβώς το θέμα που μπορεί να ελκύσει εύκολα στον κινηματογράφο (πόσω μάλλον καλοκαιριάτικα και σε θερινά σινεμά), όμως τελικά ο χειρισμός του αργεντινού σκηνοθέτη Αρμάντο Μπο κινεί το ενδιαφέρον και η ταινία, αν μπεις μέσα της, δεν σε αφήνει να βγεις. Μέχρις ενός σημείου τουλάχιστον, διότι το «Ενστικτο της ζωής» από κάποια στιγμή και μετά ξεφεύγει, δραματοποιείται υπερβολικά, χάνοντας έτσι την αρχική του δύναμη. Η ίδια η ασθένεια του κ. Αντόνιο Ντεκούδ (Γκιγέρμο Φραντσέγια), ενός καλοβαλμένου αστού του Μπουένος Αϊρες ο οποίος αναζητεί απεγνωσμένα νεφρό, δεν παίζει και τόσο ρόλο στην ιστορία. Ολη η ουσία της ταινίας βρίσκεται στο πώς αυτή η προσπάθειά του μεταλλάσσει τον χαρακτήρα του σε συνάρτηση με την οικογένεια, τους φίλους, τους συναδέλφους αλλά και το νεαρό περιθωριακό ζευγάρι από το οποίο πρόκειται να πάρει το απαραίτητο νεφρό (θα του το πουλήσει ο άνδρας). Ο, κατά τα άλλα, πράος, λογικός και ευσυνείδητος οικογενειάρχης μεταμορφώνεται σταδιακά σε πεινασμένο, αδίστακτο ζώο, έτοιμο ακόμα και να σκοτώσει προκειμένου να κερδίσει τη ζωή που βλέπει να φεύγει. Συγχρόνως, ο Μπο επισημαίνει την υστερία του χρήματος και του απόλυτου ξεπουλήματος, χαρακτηριστικά μιας εποχής βυθισμένης στον κυνισμό και στην απουσία στοιχειώδους ντροπής. Στενάχωρη ταινία από τη μια πλευρά, ειλικρινής από την άλλη, λειτουργεί θαυμάσια μέχρι τη στιγμή που το πιστόλι έρχεται στα χέρια του κ. Ντεκούδ. Εκεί ίσως ο σκηνοθέτης θα έπρεπε να βάλει φρένο. Αυτό που ήθελε να πει το έχει ήδη πει. Bαθμολογία: 2 ½
Οι αόρατες
(Les invisbles, Γαλλία, 2018). Δραματική του Λουί Ζιλιέν Πετί
Πολύ κοντά στο ύφος του ντοκιμαντέρ, το φιλμ «Οι αόρατες» είναι ακόμα μια στενάχωρη εμπειρία, μια δύσκολη «αντικαλοκαιρινή» ταινία με σοβαρό θέμα, όπου τον πρώτο λόγο έχουν οι «αόρατες» του Παρισιού, οι άστεγες γυναίκες που παλεύουν για την επιβίωση σε έναν κόσμο όπου κανείς δεν τις θέλει. Μαζί τους όμως, και αυτό είναι το ουσιαστικό θέμα της ταινίας, παλεύουν και κάποιοι δημόσιοι υπάλληλοι των κέντρων υποδοχής αστέγων, όπως εδώ του Ενβόλ, το οποίο ύστερα από απόφαση του δήμου πρόκειται να κλείσει. Προκειμένου να ανασταλεί η απόφαση, οι κοινωνικές λειτουργοί που εργάζονται εκεί θα κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για την επανένταξη των αστέγων. Η ταινία «πλασάρεται» ως κωμωδία, όμως προσωπικά δεν γέλασα ούτε μία φορά, ακόμα και σε περιπτώσεις που θα μπορούσα, όπως εκείνη της γριάς φαφούτας άστεγης που δεν λέει με τίποτα να κρύψει την αλήθεια και παραδέχεται διαρκώς ότι βρίσκεται στη θέση που βρίσκεται επειδή σκότωσε τον άνδρα της και μπήκε στη φυλακή (γεγονός που διογκώνει τα προβλήματα των λειτουργών που παλεύουν για την επανένταξή της). Αν και η ταινία διακρίνεται από μια κρυφή αισιοδοξία, οι περιστάσεις την τραβούν όλο και πιο βαθιά στην κινούμενη άμμο της απελπισίας και η θλίψη επισκιάζει κάθε άλλο συναίσθημα. Πραγματικές άστεγες πρωταγωνιστούν δίπλα σε επαγγελματίες ηθοποιούς, όπως η Κορίν Μασερό και η Νοεμί Λβοφσκί .Βαθμολογία: 2 ½
ΕΠΙΣΗΣ ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ
Anabelle comes home
(ΗΠΑ, 2019). Θρίλερ του Γκάρι Ντάουμπερμαν
Το εύρημα στο θρίλερ του Γκάρι Ντάουμπερμαν «Anabelle comes home» (η Anabelle είναι μια στοιχειωμένη κούκλα) έχει σχετική πλάκα, αλλά διαρκεί λίγο. Το ζευγάρι των μέντιουμ Λορέιν και Εντ Γουόρεν (Βέρα Φαρμίγκα, Πάτρικ Γουίλσον) που συναντάμε σε μια άλλη σειρά ταινιών τρόμου, «Το κάλεσμα», εμπλέκεται αρχικά στο σενάριο αυτής της ιστορίας. Αλλά στα πρώτα 10 λεπτά εξαφανίζεται, οπότε η ταινία σιγά-σιγά «εγκλωβίζεται» μέσα σε ένα σπίτι με τρεις κοπέλες (η μία είναι η κόρη των Γουόρεν) και μια στοιχειωμένη κούκλα που τους κάνει τον βίο αβίωτο. Πόρτες ανοιγοκλείνουν, η μουσική στη διαπασών όπου υπάρχει υποψία τρόμου και άλλα κλισέ μέσα σε ένα εξοντωτικό για τα νεύρα δίωρο που σίγουρα δεν έχει πολλά να προσθέσει στις ταινίες του είδους του. Βαθμολογία: 1
Κόλπο γκρόσο
(Ricchi di fantasia, Ιταλία, 2018). Κωμωδία του Φραντσέσκο Μικιτσέ
Η ιταλική κωμωδία έχει γίνει κάτι σαν ταμπού το καλοκαίρι στη χώρα μας, ιδίως μετά την τρομερή επιτυχία της φάρσας του Τσέκο Ζαλόνε «Πού πάω, Θεέ μου;» πριν από τρία χρόνια. Κρίμα που δεν μπορούμε να εκφέρουμε άποψη για το «Κόλπο γκρόσο» που εξαιτίας τεχνικού προβλήματος σχετικού με τους υποτίτλους δεν παρουσιάστηκε στους δημοσιογράφους. Αρκούμενοι απλώς στην υπόθεση της ταινίας, να πούμε ότι ο Σέρτζιο Καστελίτο πρωταγωνιστεί στον ρόλο ενός μεροκαματιάρη οικογενειάρχη ο οποίος πέφτει θύμα πλάκας νομίζοντας ότι έχει κερδίσει το λαχείο και αργότερα παίρνει την εκδίκησή του με πολύ ιδιαίτερο τρόπο. Βαθμολογία: –
ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΕΙΣ
Πρόσκληση σε γεύμα από έναν υποψήφιο δολοφόνο
(Murder by death, ΗΠΑ, 1976) του Ρόμπερτ Μουρ.
Πέντε από τους διασημότερους ιδιωτικούς ντετέκτιβ στον κόσμο προσκαλούνται στο σπίτι ενός εκκεντρικού εκατομμυριούχου και μπαίνουν στη διαδικασία ανεύρεσης ενός δολοφόνου. Εξυπνη παρωδία των αστυνομικών μυθιστορημάτων (Αγκαθα Κρίστι, Ρέιμοντ Τσάντλερ κ.ά.) γυρισμένη από τον Ρόμπερτ Μουρ με ένα αξιοζήλευτο καστ σε μοιρασμένους ρόλους: Ντέιβιντ Νίβεν, Πίτερ Φολκ, Αλεκ Γκίνες, Πίτερ Σέλερς αλλά και οι συγγραφέας Τρούμαν Καπότε. Βαθμολογία: 3 ½
Η πισίνα
(La piscine, Γαλλία, 1969). Ερωτικό θρίλερ του Ζακ Ντερέ
Σεν-Τροπέ, τέλη της δεκαετίας του ’60. Κοσμοπολίτικη ησυχία, υπνωτικός ήλιος και μια πισίνα ως σκηνικός χώρος για το μεγαλύτερο μέρος ενός ατμοσφαιρικού ερωτικού θρίλερ. Ο Αλέν Ντελόν και ο Μορίς Ρονέ είναι η γάτα και ο ποντικός με λάφυρο τη Ρόμι Σνάιντερ, ερωτικής συντρόφου του πρώτου η οποία πολιορκείται από τον δεύτερο. Οι ερωτικές σκηνές των Ντελόν – Σνάιντερ γύρω από την (και μέσα στην) πισίνα απηχούσαν το αληθινό και θρυλικό ειδύλλιό τους, το οποίο έληξε άδοξα. Η ταινία έχει να προβληθεί πάρα πολύ καιρό στις αίθουσες και είναι ό,τι πρέπει για την εποχή. Βαθμολογία: 3 ½
Βαθμολογία 5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη
*Ο Γιάννης Ζουμπουλάκης είναι κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα
το ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ