Η βιογραφική ταινία του Αγγελου Φραντζή πάνω στην τραγική ζωή και το αθάνατο έργο της στιχουργού Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου ανοίγει σε 79 αίθουσες πανελληνίως και όλα δείχνουν ότι θα παραμείνει εκεί για πολύ καιρό…
του Γιάννη Ζουμπουλάκη*
Ευτυχία» (Ελλάδα, 2019).
Βιογραφικό δράμα του Αγγελου Φραντζή.
H τραγική βιογραφία της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, στιχουργού των πιο όμορφων τραγουδιών του λαϊκού ελληνικού ρεπερτορίου του 20ού αιώνα, μιας γυναίκας ιδιοφυούς αλλά και με αυτοκαταστροφικές τάσεις, μπορεί να εκληφθεί ως γεγονός για τον εγχώριο κινηματογράφο. Αν και τραγούδια όπως «Περασμένες μου αγάπες», «Όνειρο απατηλό», «Είμαι αητός χωρίς φτερά», «Ηλιοβασιλέματα», «Είσαι η ζωή μου», «Μαντουμπάλα», «Δύο πόρτες έχει η ζωή» («Το τελευταίο βράδυ μου»), τραγουδιούνται ακόμα και σήμερα όπως όταν πρωτοακούστηκαν, πολύς νέος κόσμος έμαθε για την σπάνια περίπτωση της Παπαγιαννοπούλου μέσω του θεατρικού μονόπρακτου στο οποίο επί πολλές σεζόν την υποδύθηκε μια καταπληκτική Νένα Μεντή. Να όμως που σήμερα, με την αρτιότατη ως κατασκευή ταινία του Αγγελου Φραντζή, το κοινό έχει την ευκαιρία να μπει κι εκείνο λεπτομερώς στην τόσο παράξενη ζωή της.
Το φιλμ είναι μοιρασμένο σε δύο μέρη. Στο πρώτο η Κάτια Γκουλιώνη υποδύεται την στιχουργό νέα και αργότερα η Καρυφυλλιά Καραμπέτη παίρνει την σκυτάλη για να απογειώσει την ταινία παίζοντάς την σε μεγαλύτερη ηλικία από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 ως τον θάνατό της το 1972. Μια ιδέα του Φραντζή και της Κατερίνας Μπέη που λειτουργεί αποτελεσματικά είναι η τιμητική βραδιά για την στιχουργό που λειτουργεί ως άξονας στην μεταφορά του θεατή στον χρόνο καθώς παρόντες είναι όλοι οι μεγάλοι συνθέτες και μουσικοί που συνεργάστηκαν μαζί της και την τιμούν με την παρουσία τους – από τον Βασίλη Τσιτσάνη ως τον Απόστολο Καλδάρα και από τον Μανώλη Χιώτη ως τον Μάνο Χατζιδάκι (το μόνο ξένο σώμα εκεί είναι ο οικοδεσπότης της εκδήλωσης που έχει την μορφή του Φοίβου Δεληβοριά).
Η ταινία κτίζεται πάνω στην ιδέα ότι η Παπαγιαννοπούλου ζούσε για το τώρα και για τα πάθη της – με την χαρτοπαιξία στη θέση του μεγαλύτερου. Ο Φραντζής και η Μπέη υπογραμμίζουν αυτό το γεγονός, και έτσι κτίζουν ένα ολοκληρωμένο, συμπαγές πορτρέτο αυτής της τρομερής γυναικείας προσωπικότητας που θαρρείς ότι κέρδισε μέρος από την απίστευτη ενέργειά της έχοντας επιβιώσει από την καταστροφή της Σμύρνης που την οδήγησε στον ξεριζωμό από την πατρίδα της το Αϊδίλι.
Η Παπαγιαννοπούλου ήταν κυριολεκτικά ατρόμητη, δεν φοβόταν τίποτε και κανέναν, δεν την απασχολούσε η υστεροφημία της, αδιαφορούσε για το αν θα έβλεπε το όνομά της στα τραγούδια που έγραφε, τα οποία δε, πουλούσε για ψίχουλα! Και ο κόσμος αν και δεινοπαθούσε δίπλα της, δεν μπορούσε να κάνει χωρίς αυτήν- παράδειγμα ο δεύτερος σύζυγός της, ένας ενάρετος αστυνομικός που χάρη στον Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη γίνεται η ήρεμη δύναμη της ταινίας, αλλά και ο Λουκάς, ο αφοσιωμένος γκέι φίλος της, που έχει το πρόσωπο του Θάνου Τοκάκη, τον οποίο πολύ θα θέλαμε να βλέπαμε συχνότερα στην μεγάλη οθόνη.
Αψογες στον απαιτητικό ρόλο που κλήθηκαν να αποδώσουν, οι δύο ηθοποιοί που παίζουν την στιχουργό δεν σου επιτρέπουν να στρέψεις ποτέ την ματιά σου εκτός οθόνης. Η Γκουλιώνη δεν έχει υπάρξει καλύτερη αλλά η Καραμπέτη, τελικά, είναι εκείνη που κυριολεκτικά απογειώνει την ταινία, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά ότι είναι η καλύτερη εν ζωή ελληνίδα ηθοποιός της εποχής μας. Ακόμα και στο πόσο πειστικά καπνίζει ενώ είναι φανατική αντικαπνίστρια φαίνεται η αφοσίωσή της σε έναν ρόλο που όχι μόνον είναι ο καλύτερός της στο σινεμά αλλά προβλέπω ότι θα γράψει σελίδα στην Ιστορία του Ελληνικού Κινηματογράφου. Βαθμολογία: 4
—————————————-
Οι τρεις αδελφές (Kiz Kardesler, Τουρκία/ Γερμανία/ Ελλάδα/ Ολλανδία, 2019).
Δράμα του Εμίν Αλπέρ.
Τρεις διαφορετικής ηλικίας γυναίκες, αδελφές και ένας άντρας, ο πατέρας τους, είναι τα πρόσωπα που φτιάχνουν τον μικρόκοσμο της τρίτης και τελευταίας μέχρι σήμερα ταινίας του Εμίν Απλέρ (στην οποία συμπαραγωγός χώρα είναι και η Ελλάδα). Ο Τούρκος σκηνοθέτης διακεκριμένων δημιουργιών όπως οι «Πέρα απ’ τον λόφο» (2012) και «Υποψίες», (2015) αλλά και καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο Τμήμα Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών του Τεχνικού Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης, μετέφερε παραλλαγμένο το κλασικό θεατρικό έργο του Αντον Τσέχοφ στα βάθη της Ανατολίας σε μια προσπάθεια σχολιασμού της θέσης της γυναίκας που βρίσκεται εγκλωβισμένη σε μια πατριαρχική κοινωνία. Αυτό που συνδέει τις τρεις αδερφές (Τσεμρέ Εμπουζίγια, Ετσε Γιουσκέλ, Χελίν Καντεμίρ), είναι το «προβληματικό» παρελθόν τους. Και οι τρεις είχαν σταλεί παρακόρες σε πλούσιες οικογένειες στην πόλη, αλλά τώρα, για διαφορετικούς λόγους, έχουν επιστρέει στο πατρικό τους. Η επιστροφή και επανασύνδεσή τους δεν θα είναι ευχάριστη.
Πολλές εικόνες σε κάνουν να αισθάνεσαι αν μη τι άλλο αμήχανα ·από το φίλημα του χεριού του πατέρα (Μουφίτ Καγιατσάν), μέχρι την γενικότερη στάση του απέναντι στη γυναίκα («ντρέπομαι για τις κόρες μου» λέει κάποια στιγμή απαιτώντας χαστούκι σε μια από αυτές). Να όμως που πολλά πράγματα, ακόμα και εκεί, δείχνουν σιγά σιγά να αλλάζουν. Ο σκηνοθέτης διαχειρίζεται με ειλικρινές ενδιαφέρον τις σχέσεις τους, σε συνάρτηση, πάντα με το ανδικό φύλο, που δεν εκπροσωπείται μόνον από τον πατέρα. Υπάρχει ο γαμπρός τον οποίο ο πατέρας απαξιώνει λόγω της αγραμματοσύνης του, όπως και ο προύχοντας από την πόλη που δεν του προσφέρει δουλειά. Σ’ αυτήν την αναχρονιστική πατριαρχική επέλαση, οι γυναίκες θα αντισταθούν και εκεί βρίσκεται η αξία τούτης της αργής μεν στην διαδρομή της αλλά ουσιαστικής ταινίας που απαιτεί την προσοχή μας στις λεπτομέρειες χάρη στις οποίες το σύνολο είναι συμπαγές και πυκνό. Βαθμολογία: 3
Στις αίθουσες (χωρίς βαθμολογία)
-Στο δραματικό φιλμ «Μετά τον γάμο» («After the wedding», ΗΠΑ, 2019) του Μπραντ Φρίντλιχ, ριμέικ της ομότιτλης σουηδικής ταινίας της Σουζάνε Μπίερ (παραγωγής 2007), η Μισέλ Γουίλιαμς υποδύεται την αποφασιστική γυναίκα που προσπαθεί να σώσει ένα ορφανοτροφείο στην Καλκούτα μέσω μιας πλούσιας ευεργέτιδας (Τζουλιάρ Μουρ). (ΑΘΗΝΑ: ODEON ΟΠΕΡΑ – ΝΙΡΒΑΝΑ – ΑΕΛΛΩ – ODEON ΜΑΡΟΥΣΙ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ΒΑΚΟΥΡΑ – ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ κ.α.)
-Στο «Εγχειρίδιο του Κακού» («The Fieldguide to Evil», διεθνής συμπαραγωγής, 2019) οκτώ σκηνοθέτες από την Ευρώπη και την Αμερική, φαν του είδους της ταινίας τρόμου, συνθέτουν σκηνές από τους δικούς τους τοπικούς θρύλους και τα παραμύθια που τους κράτησαν άγρυπνους τα βράδια. Είναι οι Πίτερ Στρίκλαντ, Ανιέσκα Σμοζίνσκα, Ασίμ Αχλουάλα, Καν Έβρενολ, Σεβερίν Φιαλά, Βερόνικα Φραντς, Κατρίν Γκέμπε, Κάλβιν Ρίντερ και ο Ελληνας Γιάννης Βεσλεμές (στο ΑΣΤΟΡ).
-Με το ντοκιμαντέρ «Μέχρι τη θάλασσα» ο Μάρκος Γκαστίν μιλά για την προσπάθεια ασθενών που νοσηλεύονται στο ΚΑΤ, να σταθούν ξανά στα πόδια τους (περιορισμένες προβολές στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας).
-Στα κινούμενα σχέδια «Playmobil η ταινία» του Λίνι Ντι Σάλβο ένα αγόρι εξαφανίζεται απροσδόκητα στο μαγευτικό σύμπαν των αιχνιδιών Playmobil και ένα κορίτσι θα κάνει ότι μπορεί για να τον «ελευθερώσει»
ΚΛΑΣΙΚΗ ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΗ
«Φανί και Αλέξανδρος» (Fanny och Alexander, συμπαραγωγή Σουηδίας/ πρώην Δ. Γερμανίας/ Γαλλίας, 1982). Δράμα του Ινγκμαρ Μπέργκμαν.
Στο μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του, μιας πλούσιας καριέρας, ο Σουηδός σκηνοθέτης Ινγκμαρ Μπέργκμαν, πέτυχε τις καλύτερές του ταινίες μελετώντας ανθρώπους στα πρόθυρα της τρέλας. Και να, που στο απόγειο αυτής της καριέρας, μετά από μια παρέλαση θλιμμένων προσώπων και ρημαγμένων ψυχών, ο Μπέργκμαν έστρεψε για πρώτη φορά την ματιά του στον ήλιο. Το «Φανί και Αλέξανδρος», ένα πολύωρο οικογενειακό έπος με κεντρικούς ήρωες τα δύο παιδιά που δηλώνει ο τίτλος και θέμα την ανατροφή τους σε κάποια επαρχία της Σουηδίας στην αλλαγή του αιώνα, είναι η πιο ζεστή, ι αναζωογονητική ταινία του. Και εδώ θα βρούμε αλαζόνες, όπως και ψυχωτικούς. Μόνο που εδώ αυτοί είναι απλές παρενθέσεις, μπροστά στο περιεχόμενο της ταινίας, που είναι βέβαια η ίδια η ζωή. Στο «Φανί και Αλέξανδρος» άλλωστε, ο Μπέργκμαν αναμειγνύει όλα τα χαρακτηριστικά που βρίσκουμε στις μέχρι τότε ταινίες του. Η μελέτη σκοτεινών χαρακτήρων, οι θρησκευτικοί συμβολισμοί, οι αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας, δεν λείπουν από αυτό το καθόλου καταθλιπτικό και με αρκετές σταγόνες χιούμορ κινηματογραφικό μεγαλούργημα. Οσο γιά το θριαμβευτικό και πολύ αυτοβιογραφικό φινάλε, μας κάνει για πρώτη φορά να κοιτάξουμε με άλλο μάτι αυτόν τον ανόθευτο δημιουργό, που απ’ ότι φάνηκε δεν ήταν το «κοράκι» που πολλοί φοβόντουσαν. Η ταινία κέρδισε τα βραβεία Οσκαρ στις κατηγορίες καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, φωτογραφίας, σκηνικών και κοστουμιών. Παίζουν: Μπέρτιλ Γκούβε, Περνίλα Αλγουϊν, Κριστίνα Αντολφσον, Ερλαντ Γιόζεφσον κ.α.Βαθμολογία: 5 (αποκλειστικά στην ΑΝΔΟΡΑ)
Βαθμολογία 5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη
*Ο Γιάννης Ζουμπουλάκης είναι κριτικός κινηματογράφου στην εφημερίδα
το ΒΗΜΑ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ