Οι Έλληνες συνεχίζουν να είναι πρωταθλητές με 2.035 ώρες εργασίας, οι Αμερικανοί βρίσκονται στο μέσον με 1.783, ενώ οι Γερμανοί εργάζονται μόνο 1.363 ώρες. Στον αντίποδα από πλευράς παραγωγικότητας οι Γερμανοί είναι πιο παραγωγικοί από όλους, καταγράφοντας υπεροχή κατά 27% ακόμη και από τους Βρετανούς.
Χωρίς αμφιβολία ο κόσμος μας αλλάζει. Αλλαγές στον τρόπο ζωής και στη διαμόρφωση της καθημερινότητας, δυσμενής δημογραφική εξέλιξη, ψηφιακή μετάβαση και τώρα, εν μέσω πανδημίας, ανακαλύπτουμε την ανάγκη για περισσότερη ευελιξία στις εργασιακές σχέσεις. Στην αρχή ήταν οι εργοδότες, που με βάση τις παραγωγικές τους ανάγκες, έθεσαν το θέμα πολύ ψηλά στην ατζέντα. Τώρα, με τη μέθοδο της σαλαμοποίησης, όχι γενικά αλλά για ορισμένες ομάδες ή για ειδικές περιπτώσεις εργαζομένων, λες και ο νόμος 1264 του 1982 δεν προέβλεπε εξαιρέσεις, ώστε να ικανοποιηθούν κάποιες έστω παραγωγικές ανάγκες, επιχειρούνται αλλαγές, με το πρόσχημα της προσαρμογής στις νέες συνθήκες. Απαιτούν όμως αυτές οι συνθήκες την αμφισβήτηση ακόμη και ενός θεσμού, όπως το 8ωρο, που καθιερώθηκε στις ανεπτυγμένες χώρες πριν από εκατό χρόνια, στη βάση της εξαήμερης εβδομάδας και από τη δεκαετία του πενήντα σταδιακά με την εισαγωγή του πενθήμερου;
Η προφητεία του Keynes
Η συζήτηση γύρω από τις ώρες εργασίας, φέρνει για μια ακόμη φορά στο επίκεντρο, τις σκέψεις του μεγάλου Βρετανού οικονομολόγου J.M.Keynes. Πριν από 100 περίπου χρόνια, το 1930 προφήτευσε, ότι το 2030 θα εργαζόμαστε μόνο 3 ώρες την ημέρα, που σημαίνει 15 ώρες την εβδομάδα. Στο περίφημο άρθρο του με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Οικονομικές δυνατότητες για τα εγγόνια μας», εν μέσω της μεγάλης οικονομικής κρίσης, προέβλεψε ότι, η τεχνική πρόοδος, η διαρκώς βελτιούμενη παραγωγικότητα και ο αυξανόμενος πλούτος, «θα λύσουν το οικονομικό πρόβλημα των ανθρώπων μέσα στα επόμενα 100 χρόνια». Οι άνθρωποι, όπως γράφει, «το 2030 θα έχουν απαλλαγεί από τις οικονομικές σκοτούρες», ενώ θα ασχολούνται κυρίως «με τη διαμόρφωση του ελεύθερου χρόνου τους». Η προσφορά εργασίας 15 ωρών την εβδομάδα θα είναι ικανή για να καλύψει όλες της βιοτικές ανάγκες των εργαζομένων.
Είναι φανερό, ότι απέτυχε στις εκτιμήσεις του για την ανθρώπινη συμπεριφορά. Έπεσε ουσιαστικά στην ίδια παγίδα με εκείνη του μεγάλου του αντιπάλου της εποχής Καρόλου Μαρξ. Ο Μαρξ στήριξε την αποδοτική λειτουργία του οικονομικού του συστήματος της σχεδιασμένης κεντρικά οικονομίας, στην υπόθεση του λεγόμενου σοσιαλιστικού ανθρώπου. Ο σοσιαλιστικός άνθρωπος υποτάσσει το προσωπικό του συμφέρον για χάρη του συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου. Αυτή όμως, όπως απεδείχθη, ήταν μια εξωπραγματική παραδοχή, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει το όλο σύστημα. Από την άλλη, ο Keynes δεν υπολόγισε, όπως αναφέρουν οι Robert Skidelsky και ο γιός τουEdward στο βιβλίο τους «Πόσα είναι αρκετά;» (How Muchis Enough?) την απληστία των ανθρώπων. Τόσο των εργαζομένων, οι οποίοι θέλουν με περισσότερη εργασία, διαθέτοντας το χρόνο τους, να κερδίσουν περισσότερα χρήματα, όσο και των επιχειρηματιών, οι οποίοι θέλουν να αυξήσουν τα κέρδη τους, χωρίς τη διάθεση βέβαια να τα κατανείμουν.
Ο ίδιος αναγνώριζε ότι, οι άνθρωποι προσπαθούν να αυξήσουν τις αποδοχές τους προσφέροντας περισσότερη εργασία, όχι μόνο για να καλύψουν τις βιοτικές τους ανάγκες, όπως τροφή, ενδυμασία, στέγη αλλά και για λόγους επίδειξης ή συγκέντρωσης ισχύος. Όμως, προέβλεψε ότι, θα έλθει κάποια στιγμή όπου, αφού θα έχουν καλυφθεί οι βασικές ανάγκες τους θα ωριμάσουν και θα αναζητήσουν άλλους τρόπους διάθεσης του χρόνου τους. Αυτό θα οδηγήσει σε κοινωνικές μεταβολές, προτάσσοντας την αξία του ελεύθερου χρόνου έναντι της συσσώρευσης υλικών αγαθών. Δυστυχώς, για το όραμα του Keynes, οι άνθρωποι αποφάσισαν να μην επιλέξουν τον ελεύθερο χρόνο έναντι του μεγαλύτερου εισοδήματος. Προτίμησαν να εργάζονται περισσότερο και το εισόδημά τους να το διαθέτουν για την αγορά όλο και περισσότερων αγαθών, παρά να επενδύσουν στον ελεύθερο χρόνο τους, ο οποίος συνδέεται συνάμα και με περισσότερη ελευθερία. Ίσως στο μακρινό μέλλον να βγει η προφητεία του αληθινή. Όμως, όπως ο ίδιος μας έχει πει, “Inthelongrunwearealldead…”!
Από την οργανωμένη αγορά στη ζούγκλα της απορρύθμισης
Με την πάροδο του χρόνου, χωρίς αμφιβολία, άλλαξαν πολλά στον κόσμο της εργασίας. Πολλές χώρες μείωσαν τις ώρες εργασίας οριζόντια μέχρι και 35 ώρες ή πειραματίστηκαν με σημαντικές επιμέρους παρεμβάσεις με την εισαγωγή του 30ωρου ή 4 ημερών εργασίας. Επιχειρήσεις επίσης, όπως ηMicrosoft, εισήγαγε την εβδομάδα των τεσσάρων ημερών στην Ιαπωνία με μεγάλη επιτυχία βελτιώνοντας μάλιστα την παραγωγικότητά της. Κανείς όμως δε διανοήθηκε να αμφισβητήσει το 8ωρο, ως μία κατάκτηση των κοινωνικών εταίρων, ώστε να υπάρχει μια σταθερή παραδοχή για την προσφορά των εργαζομένων στους εργοδότες, οριοθετώντας ταυτόχρονα και τις αντοχές τους.
Οι προσφερόμενες κατ΄έτος ώρες εργασίας διαφέρουν από χώρα σε χώρα σημαντικά, με βάση τα στοιχεία έρευνας του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για το 2018. Οι Έλληνες συνεχίζουν να είναι πρωταθλητές με 2.035 ώρες, οι Αμερικανοί βρίσκονται στο μέσον με 1.783, ενώ οι Γερμανοί εργάζονται μόνο 1.363 ώρες. Στον αντίποδα από πλευράς παραγωγικότητας οι Γερμανοί είναι πιο παραγωγικοί από όλους, καταγράφοντας υπεροχή κατά 27% ακόμη και από τους Βρετανούς. Η Ελλάδα έρχεται ουραγός στην παραγωγικότητα, κάτι που σημαίνει, ότι τελικά δεν έχει σημασία πόσο δουλεύεις αλλά πόσο παραγωγικά δουλεύεις, από το οποίο εξαρτάται και η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου.
Όμως αυτό δεν εξαρτάται μόνο από τους εργαζόμενους, αλλά από ένα πλήθος παραγόντων, οι οποίοι καθορίζουν και το επίπεδο αποτελεσματικότητας μιας επιχείρησης. Το επενδεδυμένο κεφάλαιο, η ενσωμάτωση σύγχρονων τεχνολογικών μεθόδων, η εφαρμογή προηγμένων οργανωτικών μεθόδων, η διαρκής επιμόρφωση του προσωπικού καθώς και η παραγωγή καινοτομιών, ορίζουν και το επίπεδο της παραγωγικότητας της εργασίας που με τη σειρά της συμβάλλει στη βελτίωση της προστιθέμενης αξίας, σε ένα υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ και της ευημερίας του συνόλου.
Ο όγκος της προσφερόμενης εργασίας, χωρίς αμφιβολία, αποτελεί μια σημαντική συνιστώσα για την παραγωγικότητα. Όμως, επειδή είναι ένα μέγεθος, το οποίο δεν αυξάνεται κατά βούληση (η Γερμανία πχ. έχει φτάσει στο όριο, λόγω πλήρους απασχόλησης), η αύξηση της παραγωγικότητας είναι εκείνη που αναλαμβάνει ρόλο κλειδί για την οικονομική μεγέθυνση. Συνεπώς, μια συνετή στοχοθέτηση αναπτυξιακής πολιτικής, δεν θα πρέπει να αναλώνεται στην εξεύρεση τρόπων και μεθόδων διαμόρφωσης ενός μεγέθους, όπως οι ώρες εργασίας, αλλά στους υπόλοιπους παράγοντες που επηρεάζουν το επίπεδο της παραγωγικότητας. Σημαντικό είναι το επενδεδυμένο κεφάλαιο για κάθε θέση εργασίας. Όσο περισσότερο η παραγωγή προσανατολίζεται στην ένταση κεφαλαίου, όσο πιο ποιοτικό είναι το ανθρώπινο κεφάλαιο, όσο καλλίτερα είναι οργανωμένη η παραγωγική διαδικασία και όσο περισσότερες καινοτομίες αναπτύσσονται και νέες τεχνολογίες εφαρμόζονται, τόσο βελτιώνεται η παραγωγικότητα της εργασίας και οι πολίτες μπορούν να ελπίζουν σε ένα καλλίτερο μέλλον.
Προσπάθειες για διαχείριση του χρόνου εργασίας με παρεμβάσεις στο ωράριο του τύπου διατηρούμε το 8άωρο, αλλά τη μια μέρα δουλεύουμε 12 ώρες κι την άλλη 4 και τις συμψηφίζουμε, στοχεύουν απλά στη μείωση της μισθολογικής δαπάνης από την επιβάρυνση της υπερωριακής απασχόλησης. Και για όσους δεν έχουν εμπειρία από γραμμή παραγωγής να σημειωθεί, ότι η προσπάθεια που πρέπει να καταβάλλει ένας εργαζόμενος στις πέραν του ωραρίου ώρες, δεν είναι ίδια με εκείνη εντός του ωραρίου. Τέτοιες αλλαγές θα μπορούσαν να προκύψουν μετά από διάλογο, ίσως για ειδικές ομάδες εργαζομένων, χωρίς όμως να θίγεται η βασική αρχή του 8ώρου. Επειδή δε κάθε συζήτηση γύρω από το θέμα πρέπει να λαμβάνει υπόψη και τις ψυχολογικές προεκτάσεις που έχει, είναι ατυχές να προτείνονται τώρα αλλαγές, εν μέσω πανδημίας, όπου οι εργαζόμενοι είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένοι. Άλλωστε, είναι γνωστό, όπως όλες οι μελέτες δείχνουν, πως αυτοί που πλήττονται περισσότερο από την πανδημία είναι τα πιο αδύναμα στρώματα της κοινωνίας. Σημεία των καιρών;
*(Ο Χαράλαμπος Γκότσης είναι Καθηγητής Οικονομικών, τ. Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς)
Πηγή: ieidiseis.gr
Το άρθρο απηχεί τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος και δεν απηχεί κατ’ ανάγκη, τις απόψεις της ομάδας “ForolinΕυζήν” και του Foroline.gr.