Σταθερά χαμηλά βρίσκεται ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα, με την Ε.Ε. να προωθεί νέους ενιαίους κανόνες καθορισμού των βασικών αποδοχών, ώστε να διασφαλίζεται ένα αξιοπρεπές εισόδημα.
του Βασίλη Αγγελόπουλου
Τα 713 ευρώ μικτά όπου βρίσκονται σήμερα (832 ευρώ αν γίνει αναλογία των δώρων επί 12 μισθών ετησίως) οι βασικές αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα απέχουν σημαντικά από τα δύο ανώτερα μισθολογικά επίπεδα που έχουν διαμορφωθεί στην Ευρώπη (πάνω από 1.000 και πάνω από 1.500 ευρώ).
Με δεδομένο ότι ήδη το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει καταλήξει σε συμφωνία από τον περασμένο Ιούνιο με το Συμβούλιο της Ευρώπης για να υπάρξουν νέοι κανόνες για επαρκείς μισθούς, που θα τεθούν σε ψηφοφορία από τον Σεπτέμβριο, δίνεται το έναυσμα για να προβεί η κυβέρνηση σε νέα αναπροσαρμογή προς τα πάνω, όπως φαίνεται ότι είναι ο αρχικός σχεδιασμός.
Η «Ν» έχει αποκαλύψει ότι στις προθέσεις του οικονομικού επιτελείου είναι να επιταχύνει τη διαδικασία υποβολής προτάσεων απ’ όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, έτσι ώστε στις αρχές του νέου έτους οι κατώτατες αποδοχές στην Ελλάδα να φτάσουν στα 751 ευρώ. Ουσιαστικά, έτσι θα επιστρέψουν οι βασικοί μισθοί στα επίπεδα όπου ήταν προ μνημονίων, δηλαδή πριν από 11 χρόνια.
Συνδυαστικά, οι νέοι κανόνες που θα τεθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο εκτιμάται ότι μπορούν να οδηγήσουν σε αύξηση των πραγματικών μισθών και μείωση του ανταγωνισμού ως προς το κόστος εργασίας στην ενιαία αγορά. Επίσης, μπορούν να συνδράμουν και στον περιορισμό του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των φύλων, αφού σχεδόν το 60% των χαμηλόμισθων στην E.E. είναι γυναίκες.
Τα μέτρα που θα περιλαμβάνει η νέα νομοθεσία για τους κατώτατους μισθούς για τις χώρες της E.E. είναι τα εξής:
– Να καθορίζεται ένα «καλάθι αγαθών και υπηρεσιών» σε πραγματικές τιμές.
– Να εφαρμοστούν ενδεικτικές τιμές αναφοράς που χρησιμοποιούνται ευρέως διεθνώς, όπως είναι το 60% του ακαθάριστου διάμεσου μισθού και το 50% του ακαθάριστου μέσου μισθού.
– Να συγκρίνεται ο ελάχιστος καθαρός μισθός με το όριο της φτώχειας.
– Να αξιολογείται η επάρκεια των κατώτατων μισθών σε σχέση με την αγοραστική τους δύναμη.
Οι εθνικές κυβερνήσεις μπορούν επίσης να λάβουν τα εξής μέτρα:
1) Προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον καθορισμό των μισθών.
2) Επικαιροποίηση κατώτατων μισθών ανά διετία τουλάχιστον ή το πολύ κάθε τέσσερα χρόνια για τις χώρες που χρησιμοποιούν μηχανισμό αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής.
3) Διενέργεια επιθεωρήσεων εργασίας για τη διασφάλιση της τήρησης των κανόνων και την αντιμετώπιση των καταχρηστικών συνθηκών εργασίας.
4) Παροχή στους εργαζομένους πρόσβασης σε μηχανισμούς επίλυσης διαφορών και δικαιώματος επανόρθωσης.
Καθορισμός ανά χώρα
Σε κάθε περίπτωση, η E.E. έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα έχουν όλες οι χώρες έναν ενιαίο κατώτατο μισθό. Κάθε χώρα θα πρέπει να καθορίσει το επίπεδό του, λαμβάνοντας υπόψη τις κοινωνικοοικονομικές της συνθήκες, την αγοραστική δύναμη των ελάχιστων αμοιβών, τα μακροπρόθεσμα εθνικά επίπεδα παραγωγικότητας και τις εθνικές εξελίξεις.
Όμως θεωρείται αναγκαία η διασφάλιση ενός κατώτατου μισθού σε επίπεδο E.E. Ακόμα και έτσι, πάντως, τα στοιχεία δείχνουν ότι με τον βασικό μισθό δεν καλύπτονται όλα τα έξοδα διαβίωσης του εργαζόμενου. Σύμφωνα με την ανάλυση που έχει γίνει σε επίπεδο E.E., περίπου επτά στους 10 εργαζομένους που λαμβάνουν τον ελάχιστο μισθό δυσκολεύτηκαν να βγάλουν τα προς τα ζην το 2018, δηλαδή προ πανδημίας…
Οι μηνιαίοι κατώτατοι μισθοί στις χώρες της E.E. για το 2021 κυμαίνονται από 332 ευρώ στη Βουλγαρία έως 2.256 ευρώ στο Λουξεμβούργο.
πηγή: Έντυπη Ναυτεμπορική