Πηγή περίληψης και απόφασης ΤΝΠ Ισοκράτης
Επί πωλήσεως κινητού ή ακινήτου πράγματος που έχει έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ή με κρυμμένο πραγματικό ελάττωμα, ο πωλητής έχει γνήσια αντικειμενική ευθύνη έναντι του αγοραστή, για αντικατάσταση του κατ’ είδος ορισμένου πωληθέντος ελαττωματικού πράγματος, για μείωση του τιμήματος ή και αποζημίωση του αγοραστή για την ζημία την οποία υπέστη, συνεπεία της έλλειψης της συνομολογημένης ιδιότητας ή την ύπαρξη του πραγματικού ελαττώματος. Πώληση μεταχειρισμένου αυτοκινήτου με κρυμμένο πραγματικό ελάττωμα, την ανυπαρξία του οποίου είχε εγγυηθεί ο πωλητής.
Επιδικάσθηκαν στον αγοραστή οι δαπάνες επισκευής του οχήματός του, για τις ζημίες του από το κρυμμένο ελάττωμα (αιφνίδια υπερθέρμανση κινητήρα), μείωση της εμπορευσιμότητας της αξίας (υπαξία) του αυτοκινήτου λόγω των εκτεταμένων καίριων, μηχανικών ζημιών του και χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης του από την αδικοπραξία που τέλεσε σε βάρος του ο πωλητής, αποκρύπτοντας από αμέλεια ή δόλο την ύπαρξη του πραγματικού ελαττώματος κατά την πώληση.
Απόσπασμα της απόφασης
Από τις διατάξεις έκθεμα των άρθρων 513, 522, 534, 540 και 543 ΑΚ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίηση του δικαίου της πώλησης δυνάμει του νόμου 3043/2002, προκύπτει, ότι σε περίπτωση, που κατάτο χρόνο μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή υφίσταται πραγματικό ελάττωμα ή έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας του πωληθέντος αντικειμένου, ο αγοραστής δικαιούται να απαιτήσει διόρθωση ή αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός αν η ενέργεια είναι αδύνατη ή προκαλεί δυσανάλογες δαπάνες, να μειώσει το τίμημα ή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός και αν πρόκειται για επουσιώδες ελάττωμα.
Σε περίπτωση, εξάλλου, που υφίσταται έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας ή η τυχόν ελαττωματικότητα του πράγματος οφείλεται σε υπαιτιότητα του πωλητή, ο αγοραστής μπορεί, σωρευτικά, με τα ανωτέρω δικαιώματα να απαιτήσει αποζημίωση για τη ζημία, που δεν καλύπτεται από την άσκηση τους. Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, πραγματικό ελάττωμα συνιστά η ατέλεια του πράγματος, που αφορά στην ιδιοσυστασία ή την κατάσταση του κατά τον κρίσιμο χρόνο της μετάθεσης του κινδύνου στον αγοραστή και η οποία έχει αρνητική επίδραση στην αξία ή τη χρησιμότητα αυτού. Ως ιδιότητα δε του πράγματος θεωρείται, όχι μόνο κάποιο συγκεκριμένο φυσικό γνώρισμα ή πλεονέκτημα αυτού, αλλά και οποιαδήποτε σχέση, η οποία, από το είδος και τη διάρκεια της, επιδρά κατά την αντίληψη των συναλλαγών στην αξία ή τη χρησιμότητα του πράγματος, ενώ ως συνομολογημένη νοείται μία ιδιότητα, όταν υπάρχει ρητή ή σιωπηρή συμφωνία των μερών ότι το πράγμα έχει την συγκεκριμένη ιδιότητα, στην ύπαρξη της οποίας αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία από τον αγοραστή και την οποία ο πωλητής εγγυάται αναλαμβάνοντας και την ευθύνη για την ενδεχόμενη έλλειψη της (ΑΠ 402/2018, ΑΠ 499/2017). Η παροχή πράγματος από τον πωλητή στον αγοραστή χωρίς τις ως άνω ιδιότητες και με πραγματικά ελαττώματα είναι θεμελιωτική της ευθύνης λόγω μη εκπληρώσεως, η οποία υπόκειται στην ειδική ρύθμιση του άρθρου 537 ΑΚ, που βασικά ορίζει γνήσια αντικειμενική ευθύνη, και παρέχει στον αγοραστή, είτε πρόκειται για πώληση γένους, είτε για πώληση είδους, μεταξύ άλλων, και το δικαίωμα να αξιώσει, κατά τις διατάξεις των άρθρων 540 § 1 αριθ. 1, 2 και 543 ΑΚ, τη διόρθωση του πράγματος ή τη μείωση του τιμήματος, διότι μετά τη μετάθεση του κινδύνου στον αγοραστή, ήτοι μετά την παράδοση σ’ αυτόν του πράγματος και τη διαπίστωση της ελαττωματικότητας του, εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις των άρθρων 540 επ. ΑΚ και όχι οι γενικές διατάξεις του ΑΚ (ΑΠ 1544/ 2008 ΝΟΜΟΣ, ΕφΘ 638/2012 ΝΟΜΟΣ, ΕφΘ 383/2011 Αρμ. 2011. 945, ΕφΘ 394/ 2009 Αρμ 2010. 1337).
Το δικαίωμα μειώσεως του τιμήματος είναι δικαίωμα διαπλαστικό και μπορεί να ασκηθεί είτε δικαστικά με αγωγή ή ένσταση (γνήσια ανατρεπτική), είτε εξώδικα με σχετική μονομερή και άτυπη δήλωση του αγοραστή προς τον πωλητή, η οποία διαπλάσσει τη νέα έννομη κατάσταση και επιφέρει τα ενοχικά αποτελέσματα της από τη χρονική στιγμή που θα περιέλθει στον πωλητή. Έκτοτε, ο τελευταίος υποχρεούται, κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό των άρθρων 904 επ. του ΑΚ, εφόσον το τίμημα κατεβλήθη ολοσχερώς από τον αγοραστή, να επιστρέφει σ’ αυτόν το τμήμα εκείνο του τιμήματος κατά το οποίο μειώθηκε τούτο με την άσκηση του παραπάνω διαπλαστικού δικαιώματος (ΑΠ 574/2005 Αρμ 2006. 67, ΕφΛ 142/2009 ΕπισκΕμπΔικ 2009. 500). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 914 επ. ΑΚ προκύπτει ότι για να υπάρξει αδικοπραξία και υποχρέωση του ζημιώσαντος να αποζημιώσει τον παθόντα και να ικανοποιήσει την ηθική του βλάβη, κατά το άρθρο 932 ΑΚ, προϋποτίθεται ότι η ζημία (θετική ή αποθετική) προκλήθηκε παρά το νόμο από πράξη ή παράλειψη, η οποία οφείλεται σε πταίσμα του δράστη, δηλαδή σε δόλο ή αμέλεια και ότι υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της πράξης ή παράλειψης και της ζημίας, που επήλθε. Η ζημία είναι παράνομη όταν με την πράξη ή παράλειψη του υπαιτίου προσβάλλεται δικαίωμα ή και απλό συμφέρον του παθόντος, προστατευόμενο από ορισμένη διάταξη νόμου, η οποία παραβιάσθηκε. Μόνη η αθέτηση προϋφιοτάμενης ενοχής είναι μεν πράξη παράνομη, δεν συνιστά όμως και αδικοπραξία, κατά την έννοια των άρθρων 914 επ. ΑΚ.
Είναι ωστόσο δυνατό μια ζημιογόνα ενέργεια, πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάζεται η σύμβαση, να θεμελιώνει συγχρόνως και ευθύνη από αδικοπραξία. Αυτό συμβαίνει όταν η ενέργεια αυτή και χωρίς την προϋπάρχουσα συμβατική σχέση θα ήταν παράνομη, ως αντίθετη στο γενικό καθήκον που επιβάλλει η διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ, να μην προκαλεί κανείς υπαιτίως ζημία σε άλλον (ΑΠ 1120/2005, ΕφΑΘ 302/2006). Ειδικότερα, όταν υπάρχει ενδοσυμβατική ευθύνη για πραγματικό ελάττωμα του πωληθέντος πράγματος, για τη θεμελίωση και αδικοπρακτικής ευθύνης του πωλητή, θα πρέπει η ύπαρξη του ελαττώματος να αποδίδεται σε υπαίτια συμπεριφορά του, όπως συμβαίνει όταν αυτός με πρόθεση επιδιώκει να δημιουργήσει, ενισχύσει ή διατηρήσει πεπλανημένη εντύπωση στον αγοραστή, αναφορικά με την ανυπαρξία πραγματικού ελαττώματος, με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, ή με την απόκρυψη των αληθινών γεγονότων (ΑΠ 737/2011, ΕφΑΘ 2561/2015, ΕφΑΘ 5137/2011, ΕφΑΘ 1274/2011 ΕφΠειρ 699/2014).
πηγή: lawspot.gr