Ανεπίτρεπτος – Αυθαίρετος καθορισμός συντελεστή κέρδους στην εφαρμογή των έμμεσων τεχνικών ελέγχου

0

Πρόσφατα εκδόθηκαν δύο αποφάσεις τους ΔΕΔ Αθήνας, η υπ’ αριθ. 1374/2023 (απορριπτική) και η υπ’ αριθ. 1410/2023, η οποία δικαίωσε τον φορολογούμενο.Και τους δύο περιπτώσεις η ελεγκτική αρχή, για τον υπολογισμό τους αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης, εφαρμόζοντας τους έμμεσες τεχνικές ελέγχου του άρθρου 28 ΚΦΕ, δεν προσδιόρισε το ποσοστό κέρδους από τα διαθέσιμα στοιχεία των ελεγχόμενων επιχειρήσεων, αλλά το προσδιόρισε αυθαίρετα με βάση τους συντελεστές ομοειδών επιχειρήσεων.

Του Γιώργου Δαλιάνη* με τη συνεργασία της Νάνσυ Καλλιανιώτη *

Ειδικότερα, στην υπόθεση 1374/2023 που αφορούσε φαρμακείο, η φορολογική αρχή υποτίθεται ότι εφάρμοσε έμμεσες τεχνικές ελέγχου, όμως, προσδιόρισε τα έσοδα της επιχείρησης εφαρμόζοντας περιθώριο κέρδους επί πωλήσεων με ποσοστό 25%.



Τον συντελεστή που εφαρμόστηκε τον άντλησε από ελέγχους σε ομοειδείς επιχειρήσεις και επιπλέον εφάρμοσε τον ίδιο συντελεστή και για τα δύο έτη που υπήχθησαν σε έλεγχο.

Κατά την άποψή μας η εφαρμογή ενός ενιαίου συντελεστή είναι αυθαίρετη, γιατί ακόμα και ομοειδής επιχείρηση που δραστηριοποιείται στην ίδια περιφέρεια δεν έχει απαραίτητα τον ίδιο συντελεστή, καθώς η εμπορική πολιτική από μία επιχείρηση σε άλλη αλλάζει.

Σε σχέση με τα ανωτέρω, θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι:

  • Συντελεστής ομοειδών επιχειρήσεων μπορεί να εφαρμοστεί μόνο όταν για οποιονδήποτε λόγο είναι αδύνατος ο υπολογισμός από τα βιβλία και στοιχεία της επιχείρησης.




  • Όπως είναι γνωστό, το ποσοστό του κέρδους του φαρμακοποιού μειώνεται σταδιακά όσο αυξάνει η τιμή του σκευάσματος και στο τέλος για τα ακριβά φάρμακα το ποσοστό κέρδους είναι ασήμαντο. Οι πελάτες των φαρμακείων έχουν διαφορετική συνταγογράφηση και υπάρχει διαφορετική γκάμα των φαρμάκων που προμηθεύονται. Οι τιμές στα συνταγογραφούμενα και μη σκευάσματα του ΣΜΚ κυμαίνονται σε τιμές με ανώτατο το 30% και κατώτατο το 2%. Βάσει αυτού του καταλόγου ο έλεγχος θα πρέπει να επιλέγει σκευάσματα από όλες τις βαθμίδες πώλησης, σταθμισμένα ανάλογα με τον συντελεστή βαρύτητας της συμμετοχής τους στην διαμόρφωση του συνολικού κύκλου εργασιών, ώστε να είναι το δείγμα αντιπροσωπευτικό.
  • Η πώληση σε χαμηλότερη της προτεινόμενης λιανικής τιμής πέρα από το γεγονός ότι αποτελεί παράβαση σύμφωνα με το άρθρο 24 του Κώδικα. Ελληνικής Φαρμακευτικής Δεοντολογίας, δεν έχει φορολογικές προεκτάσεις, με την έννοια ότι καμία φορολογική διάταξη δεν υποχρεώνει οποιονδήποτε επιτηδευματία να πουλάει σε συγκεκριμένες τιμές. Η υποχρέωση που θέτει ο φορολογικός νομοθέτης για τον εκάστοτε επιτηδευματία είναι να εκδίδει το κατάλληλο φορολογικό στοιχείο για κάθε πώληση που πραγματοποιεί και το οποίο θα πρέπει φυσικά να αποτυπώνει την πραγματική αξία πώλησης. Σημειωτέον δε, ότι από καμία φορολογική διάταξη δεν απαγορεύεται -καταρχήν- η πώληση ακόμα και σε τιμή χαμηλότερη από αυτήν της τιμής αγοράς του εκάστοτε αγαθού.

Επίσης, ο έλεγχος εφαρμόζει τον συντελεστή αυτόν (25%) και στα δύο ελεγχόμενα έτη (2016 και 2017), γεγονός το οποίο δεν υπάρχει καμία περίπτωση να ισχύει, διότι από χρονιά σε χρονιά αλλάζει το μείγμα πώλησης (φάρμακα, παραφάρμακα, καλλυντικά κλπ).

Σε παλαιότερο άρθρο μας έχουμε ταχθεί υπέρ της εφαρμογής συντελεστών για κάθε δραστηριότητα, όπως προϋπήρχε στον ν. 2238/1994 (άρθρο 33), ειδάλλως η εφαρμογή κατά τον έλεγχο συντελεστών βάσει ομοειδών άνευ νομοθετικής ρύθμισης αποβαίνει εντελώς αυθαίρετη και επικίνδυνη.

Οι φορολογικές αρχές και, ιδιαίτερα, η ΔΕΔ Αθήνας και Θεσσαλονίκης έχουν εξετάσει υποθέσεις που αφορούν φαρμακεία και οι συντελεστές έχουν μεγάλη απόκλιση από το ποσοστό 25% (έχουμε συναντήσει συντελεστή από 17% έως 35% σε ελέγχους φαρμακείων).

Περαιτέρω, στην απόφαση 1410/2023 ΔΕΔ Αθήνας, ο φορολογούμενος δικαιώθηκε και σε αυτήν την περίπτωση ο έλεγχος αγνόησε τα πραγματικά γεγονότα, όπως το κόστος αγοράς των εμπορευμάτων και την τελική τιμή πώλησης και εφάρμοσε εξωλογιστικά συντελεστή κέρδους. Ο συντελεστής αυτός ήταν ο προτεινόμενος του προμηθευτή που όμως η επιχείρηση ουδέποτε εφάρμοσε, μην έχοντας φυσικά καμία δέσμευση ως προς την προτεινόμενη λιανική τιμή είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω.

Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η δυσκολία εφαρμογής των έμμεσων τεχνικών ελέγχου και η πλημμελής εφαρμογή των εγκυκλίων οδηγούν σε στρεβλώσεις, που δημιουργούν προστριβές μεταξύ φορολογούμενων και ελεγκτικών αρχών, με συνέπεια, συχνά να καταλογίζονται άδικοι φόροι.

* Η Νάνσυ Καλλιανιώτη είναι Partner της ArtionA.E.

Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ARTION Α.Ε. (Πουρνάρα 9 Μαρούσι|+30 210 6009062| www.artion.gr).

πηγή: e-forologia



Leave A Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.