Η πρόοδος της επιστήμης των υπολογιστών και των ψηφιακών συστημάτων λειτούργησε ευεργετικά ώστε να λύσει ένα μεγάλο πρόβλημα που είχε κατά κάποιον τρόπο διαφανεί ότι θα προκύψει στις αρχές του 21ου αιώνα. Αυτό δεν ήταν άλλο από τον περιορισμό έκδοσης νέων επιστημονικών περιοδικών, ένας περιορισμός που προέκυπτε από το γεγονός ότι είχε καταστεί ασύμφορη η έκδοσή τους σε χαρτί σε συνδυασμό με το γεγονός του εξειδικευμένου αντικειμένου τους. Άλλωστε πόσα περιοδικά της μουσικολογικής επιστήμης (ή όποιας άλλης παρόμοιας…) να αντέξει πλέον η αγορά των βιβλιοθηκών, μιας και κυρίως εκεί διοχετεύονται αυτού του τύπου τα επιστημονικά εγχειρίδια; Φυσικά, δεν μιλάμε για ένα περιοδικό ποικίλης ύλης αλλά για περιοδικά εξειδικευμένα.
Ταυτόχρονα όμως αυτές οι εκδόσεις είναι απαραίτητες στους επιστήμονες καθώς αποτελούν εργαλεία για τη διεύρυνση της γνώσης τους αλλά και ουσιαστικά της ίδιας της ύπαρξής τους ως επιστήμονες κι ερευνητές. Είναι άλλωστε γνωστό ότι το ρητό “publish or perish” έχει γίνει δόγμα σε πάρα πολλά πανεπιστημιακά ιδρύματα. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε το εξής: υπάρχουν εκδοτικές εταιρίες όπως η Cambridge University Press, η Oxford University Press, η Taylor and Francis κι άλλες που συνεχίζουν ακάθεκτες να διατηρούν τα περιοδικά τους με την μακροχρόνια ιστορία. Φυσικά παράλληλα διαθέτουν και πρόσβαση στην ηλεκτρονική έκδοση του κάθε περιοδικού.
Οι προσπάθειες όσον αφορά νέα επιστημονικά περιοδικά σε ηλεκτρονική μορφή βασίζονται κυρίως στο γεγονός είτε της ιδιαιτερότητας του θέματος που πραγματεύονται (για παράδειγμα το εξαιρετικό Music and Politics http://quod.lib.umich.edu/m/mp/ ή το BritishPostgraduate Musicology http://www.bpmonline.org.uk/) ή για λόγους καθαρά οικονομοτεχνικούς.
Τα ψηφιακά επιστημονικά περιοδικά λοιπόν έδωσαν μια διέξοδο προς τον εμπλουτισμό της γνώσης και μάλιστα με μηδαμινούς ουσιαστικά χρηματικούς πόρους. Το μόνο που φυσικά χρειάζεται είναι το ενδιαφέρον της συντακτικής ομάδας, μία εξαιρετική επιστημονική επιτροπή και αρκετή διαφήμιση σε επιστημονικά φόρα, social media και φυσικά φήμη. Το τελευταίο αποκτάται μονάχα μέσω της ποιότητας των κειμένων που δημοσιεύονται σε κάθε επιστημονικό περιοδικό, ηλεκτρονικό ή συμβατικό.
Φυσικά τα πράγματα δεν είναι πάντοτε ρόδινα. Πρόσφατα, συνάδελφος από πανεπιστήμιο της πρώην ανατολικής Ευρώπης μου έλεγε ότι το πανεπιστημιακό ίδρυμα στο οποίο εργάζεται και κατά συνέπεια το υπουργείο παιδείας της χώρας του, δεν αναγνωρίζει ως δημοσιεύσεις τα άρθρα που δημοσιεύονται σε ηλεκτρονικά περιοδικά, έστω κι αν αυτά έχουν ISSN όπως όλα τα έντυπα περιοδικά του κόσμου, ενώ το ίδιο συμβαίνει και με τα ηλεκτρονικά βιβλία έστω κι αν αυτά έχουν κανονικά ISBN.
Ξεκάθαρος αναχρονισμός για τους πολλούς, ειδικά στην εποχή μας, αλλά και ταυτόχρονα μία άρνηση προς το μέλλον της επιστήμης. Αν είναι οι επιστήμονες που ασχολούνται με δύσκολα και μη εμπορεύσιμα αντικείμενα να περιμένουν ποιος ευεργέτης-εκδότης θα αποφασίσει να εκδώσει τα βιβλία τους τότε υπάρχει ένα σοβαρό ενδεχόμενο ανάσχεσης της έρευνας ή, ακόμη χειρότερα, της μετατόπισης του ενδιαφέροντος σε επιστημονικά ή ψευδοεπιστημονικά ζητήματα που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν εύπεπτα ή/και εμπορικά.
Για να αντιληφθεί κανείς την εξάπλωση των ηλεκτρονικών επιστημονικών περιοδικών συνιστώ να επισκεφθεί την ιστοσελίδα http://www.doaj.org/doaj?uiLanguage=en η οποία ανήκει στη πλατφόρμα Directory of Open Access Journals. Η συγκεκριμένη πύλη ευρετηριάζει 8968 διαφορετικά περιοδικά τα οποία περιέχουν τον εντυπωσιακό αριθμό των 1.073.549 άρθρων (!!). Κι έτσι, για να μείνουμε στο πνεύμα της στήλης, τα ηλεκτρονικά επιστημονικά περιοδικά για τη μουσική που ευρετηριάζονται είναι συνολικά 49 και οι φίλοι της στήλης μπορούν να έχουν απευθείας πρόσβαση σε αυτά από εδώ http://www.doaj.org/doaj?func=subject&cpId=6&uiLanguage=en
Του Αλέξανδρου Χαρκιολάκη. από το http://www.oanagnostis.gr/