Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας, μπορεί να είναι τακτική, η οποία σκοπεύει τη λύση της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου και επιφέρει αυτήν μετά την παρέλευση της νόμιμης ή συμβατικής προθεσμίας, ή άτακτη, η οποία γίνεται χωρίς την τήρηση, από το μέρος που καταγγέλλει, της νόμιμης η συμβατικής προθεσμίας προειδοποίησης.
του Πέτρου Ραπανάκη (Σύμβουλος επ/σεων σε θέματα εργατικής νομοθεσίας & ανθρ. δυναμικού)
H τακτική καταγγελία της εργασιακής σχέσης δεν επιφέρει την άμεση λύση της, αλλά η τελευταία εξακολουθεί να λειτουργεί μέχρι τη λήξη του χρόνου της προμήνυσης, κατά τη διάρκεια του οποίου εξακολουθούν να υφίστανται αναλλοίωτα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών από τη σχέση εργασίας. Σκοπός της προμήνυσης (προθεσμίας) είναι η έγκαιρη προειδοποίηση του εργαζομένου, αλλά και του εργοδότη (εάν ο καταγγέλλων συμβαίνει να είναι ο εργαζόμενος) για την επικείμενη λύση της εργασιακής σχέσης, ώστε να φροντίσουν, ο μεν εργαζόμενος να αναζητήσει αλλού εργασία, ο δε εργοδότης να βρει αντικαταστάτη του εργαζομένου, ο οποίος αποχωρεί.
O χρόνος της προμήνυσης (προειδοποίησης) έχει ως συνέπεια την αναστολή της άμεσης ενέργειας της καταγγελίας της σύμβασης για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα η σύμβαση συνεχίζει την κανονική λειτουργία της, χωρίς να μετατρέπεται σε σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου.
H σύμβαση λύεται με την πάροδο του χρόνου προειδοποίησης, οπότε καταβάλλεται και η αποζημίωση.
Στην περίπτωση δηλαδή της καταγγελίας μετά από προμήνυση, δεν σημαίνει ότι στο χρόνο κατά τον οποίο γίνεται η προμήνυση, προειδοποιείται απλώς ο αντισυμβαλλόμενος του καταγγέλλοντος για την επικείμενη, μετά την πάροδο του χρόνου της προειδοποίησης, καταγγελία της εργασιακής σχέσης, αλλά ότι από του χρόνου της προειδοποίησης καταγγέλλεται η σχέση και επέρχεται, μέσω αυτής (καταγγελίας) η λύση της, εφόσον συντρέξουν και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις τις οποίες τάσσει ο νόμος.
H μόνη διαφορά είναι ότι το αποτέλεσμα της λύσης της εργασιακής σχέσης δεν επέρχεται με την πραγματοποίηση της καταγγελίας, δηλαδή με την περιέλευση της σχετικής δήλωσης του καταγγέλλοντος προς τον αντισυμβαλλόμενό του, αλλά μετά την πάροδο του χρονικού διαστήματος της προμήνυσης, το οποίο μεσολαβεί μεταξύ της καταγγελίας και της οριστικής λήξης της σχέσης.
Διευκρινίζεται ότι η καταγγελία με προειδοποίηση της εργασιακής σχέσης δεν επιφέρει την άμεση λύση της, αλλά η τελευταία εξακολουθεί να λειτουργεί μέχρι τη λήξη του χρόνου της προμήνυσης, κατά τη διάρκεια του οποίου εξακολουθούν να υφίστανται αναλλοίωτα τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών από τη σχέση.
Η πάροδος του χρόνου της προειδοποίησης δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο της καταγγελίας, πρόκειται απλώς για υποχρέωση του καταγγέλοντα. Αν δηλαδή δεν τηρηθεί η προθεσμία προμήνυσης η καταγγελία μπορεί να συνεχίζει να είναι ισχυρή και έγκυρη και επιφέρει τα έννομα αποτελέσματα της, αλλά μετατρέπεται πλέον σε απρόθεσμη, απροειδοποίητη καταγγελία.
Διευκρινίζεται ότι η προσμέτρηση του χρόνου προειδοποίησης, ξεκινά από την επόμενη ημέρα της γνωστοποίησής της προς τον εργαζόμενο και λήγει με τη λήξη της προθεσμίας προειδοποίησης, οπότε και επέρχεται η λύση της σχέσης εργασίας.
Καταγγελία της αορίστου χρόνου εργασιακής σχέσης με προειδοποίηση (με προμήνυση) υποβάλλεται μόνο για υπαλλήλους (υποπαράγραφος ΙΑ 12 του άρθρου 1, του Ν.4093/2012). Στην περίπτωση καταγγελίας σύμβασης εργατοτεχνιτών, υποβάλλεται μόνο καταγγελία χωρίς προειδοποίηση (απροειδοποίητη καταγγελία).
Ηλεκτρονική υποβολή του εντύπου Ε6
O εργοδότης υποχρεούται να αναγγείλει ηλεκτρονικά μέσω του ΠΣ «Εργάνη» με το έντυπο Ε6 την με προειδοποίηση καταγγελία εντός οκτώ (8) ημερών από της παραδόσεως στον εργαζόμενο του σχετικού εγγράφου (παρ. 1, του άρθρου 9, του Ν.3198/1955). Επισημαίνεται ότι κατά τη λήξη της προειδοποίησης δεν προβλέπεται υποχρέωση του εργοδότη για νέα αναγγελία της καταγγελίας (Εγκύκλιος ΟΑΕΔ Β. 149257/21-12-2012).
Η διαδικασία ολοκλήρωσης της ηλεκτρονικής υποβολής του εντύπου Ε6 (καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου, με ή χωρίς προειδοποίηση) υλοποιείται σε δύο στάδια: Ο εργοδότης, αρχικά, συμπληρώνει την ηλεκτρονική φόρμα του εντύπου Ε6, την εκτυπώνει και ακολούθως, αφού τεθούν οι υπογραφές ιδιοχείρως του εργοδότη και του εργαζομένου, ο εργοδότης ολοκληρώνει την ηλεκτρονική υποβολή επισυνάπτοντας το αρχείο του ηλεκτρονικά σαρωμένου εντύπου με τις προαναφερθείσες υπογραφές.
Μόνο σε περίπτωση μη υπογραφής του εντύπου Ε6, ο εργοδότης επισυνάπτει το αρχείο της ηλεκτρονικά σαρωμένης έκθεσης επίδοσης του δικαστικού επιμελητή (παρ. η, άρθρο 3, , Υ.Α. 29502/85/1-9-2014).
Καταγγελία σύμβασης που έχει λάβει χώρα με απλό έγγραφο προειδοποίησης που δεν έχει υποβληθεί ηλεκτρονικά μέσω του Π.Σ. «Εργάνη» θεωρείται άτακτη καταγγελία (απροειδοποίητη) για την οποία οφείλεται πλήρης αποζημίωση με υποχρέωση της επιχείρησης να υποβάλει προς τούτο στο ΠΣ «Εργάνη» το έντυπο Ε6-Καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου χωρίς προειδοποίηση/Άτακτη καταγγελία (εργατοτεχνίτες-υπάλληλοι).
Επισημαίνεται ότι κατά τη λήξη του χρόνου προειδοποίησης, δεν προβλέπεται υποχρέωση του εργοδότη νέας αναγγελίας της καταγγελίας στον ΟΑΕΔ.
Χρόνος προειδοποίησης πριν την απόλυση και δικαιούμενοι μήνες αποζημίωσης
Αρχικά με τις ρυθμίσεις του άρθρου 74 του Ν.3863/2010 και μεταγενέστερα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 1, υποπαράγραφος ΙΑ.12. Ν.4093/12-11-2012 το οποίο εξακολουθεί να είναι σε ισχύ , μειώθηκε ο χρόνος προειδοποιήσεως, χωρίς όμως να θιγεί το ποσόν αποζημιώσεως που προβλέπουν οι νόμοι 2112/1920 και 3198/1955.
Πιο συγκεκριμένα, η καταγγελία σύμβασης εργασίας ιδιωτικού υπαλλήλου με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, διάρκειας πέραν των δώδεκα (12) μηνών, δεν δύναται να πραγματοποιηθεί χωρίς προηγούμενη έγγραφη προειδοποίηση του εργοδότη, και η οποία θα ισχύει από την επομένη της γνωστοποίησής της προς τον εργαζόμενο με τους εξής όρους:
α) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δώδεκα (12) «συμπληρωμένους» μήνες έως δύο (2) έτη, απαιτείται προειδοποίηση ενός (1) μηνός πριν την απόλυση.
β) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δύο (2) έτη συμπληρωμένα έως πέντε (5) έτη, απαιτείται προειδοποίηση δύο (2) μηνών πριν την απόλυση.
γ) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από πέντε (5) έτη συμπληρωμένα έως δέκα (10) έτη απαιτείται προειδοποίηση τριών (3) μηνών πριν την απόλυση.
δ) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δέκα (10) έτη συμπληρωμένα και άνω απαιτείται προειδοποίηση τεσσάρων (4) μηνών πριν την απόλυση.
Εργοδότης που προειδοποιεί εγγράφως τον εργαζόμενο κατά τα ανωτέρω, καταβάλλει στον απολυόμενο το ήμισυ της κατά το επόμενο εδάφιο του παρόντος αποζημίωσης.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, προσδιορίζεται επακριβώς ο χρόνος έναρξης ισχύος της έγγραφης προειδοποίησης στην περίπτωση Καταγγελίας συμβάσης ιδιωτικών υπαλλήλων με σχέση εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου που τοποθετείται από την επόμενη της γνωστοποίησής της προς τον εργαζόμενο. Διευκρινίζεται ότι η προσμέτρηση του χρόνου προειδοποίησης, ξεκινά από την επόμενη ημέρα της γνωστοποίησής της προς τον εργαζόμενο και λήγει με τη λήξη της προθεσμίας προειδοποίησης, οπότε και επέρχεται η λύση της σχέσης εργασίας.
Πίνακας αποζημιώσεως υπαλλήλων με προειδοποίηση
(Υποπαράγραφος ΙΑ.12, Άρθρο 1, Ν. 4093/12-11-2012)
Χρόνος υπηρεσίας στον ίδιο εργοδότη | Χρόνος προειδοποίησης πριν την απόλυση |
1 έτος συμπλ. έως 2 έτη | 1 μήνας |
2 έτη συμπλ. έως 5 έτη | 2 μήνες |
5 έτη συμπλ. έως 10 έτη | 3 μήνες |
10 έτη συμπλ. και άνω | 4 μήνες |
Καταβολή αποζημίωσης με τη διαδικασία των δόσεων
Η καταβολή της αποζημίωσης, εφόσον δεν συντρέχει περίπτωση καταβολής σε δόσεις, γίνεται κατά την ημέρα λύσης της σύμβασης. Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του άρθρου 74, παρ. 3 του Ν.3863/2010, όταν η αποζημίωση λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας υπερβαίνει τις αποδοχές δύο (2) μηνών, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει κατά την απόλυση μέρος της αποζημίωσης που αντιστοιχεί στις αποδοχές δύο (2) μηνών Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται σε διμηνιαίες δόσεις, καθεμία από τις οποίες δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τις αποδοχές δύο (2) μηνών, εκτός και αν το ποσό που υπολείπεται για την εξόφληση του συνόλου της αποζημιώσεως είναι μικρότερο. Η πρώτη δόση καταβάλλεται την επομένη της συμπλήρωσης διμήνου από την απόλυση. Το μέτρο της καταβολής της αποζημίωσης με δόσεις ισχύει και στην απόλυση με προειδοποίηση.
Μη νόμιμη η απαίτηση του εργοδότη για μη απασχόληση του εργαζόμενου κατά το χρόνο προειδοποίησης
Η επιχείρηση δεν νομιμοποιείται να απαιτήσει από τον εργαζόμενο, το διάστημα της προειδοποίησης να μην προσέρχεται στην εργασία του και να αμείβεται κανονικά κατά το διάστημα αυτό. Το γεγονός αυτό προϋποθέτει έγγραφη συμφωνία (π.χ. χορήγηση άδειας μετ’ αποδοχών), διαφορετικά η πλευρά του εργοδότη θα μπορεί βάσιμα να ισχυρισθεί ότι ο εργαζόμενος δεν προήρχετο προς εργασία και ήταν κατά το κρίσιμο αυτό διάστημα αδικαιολογήτως απών.
Προθεσμία ακυρότητας καταγγελίας συμβάσεως εργασίας
Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 1 του Ν.3198/1955, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 19 τουΝ.435/1976, κάθε αξίωση μισθωτού που πηγάζει από άκυρη καταγγελία σχέσεως εξαρτημένης εργασίας είναι απαράδεκτη εφόσον η σχετική αγωγή δεν κοινοποιήθηκε εντός τρίμηνης ανατρεπτικής προθεσμίας από τη λύση της σχέσης εργασίας.
Στην ως άνω τρίμηνη αποσβεστική προθεσμία, υπόκειται κάθε αξίωση του μισθωτού που πηγάζει από την για οποιοδήποτε λόγο ακυρότητα της καταγγελίας της αορίστου χρόνου εργασιακής σχέσης από τον εργοδότη (ΑΠ 404/08, ΑΠ 1619/06). Αφετηρία της ως άνω προθεσμίας αποτελεί ο χρόνος λύσης της εργασιακής σύμβασης, που επέρχεται με την καταγγελία, και είναι, όπως προαναφέρθηκε, ο χρόνος που λαμβάνει γνώση ο παραλήπτης της- εργαζόμενος, λήγει δε αυτή, με την παρέλευση ολόκληρης της ημέρας του τελευταίου μήνα, η οποία αντιστοιχεί σε αριθμό με την ημέρα που άρχισε (άρθρο 243 ΑΚ).
Αν στην καταγγελία έχει ορισθεί μεταγενέστερος χρόνος λύσης της εργασιακής σύμβασης (καταγγελία με προειδοποίηση), η τρίμηνη προθεσμία αρχίζει, όχι από το χρόνο που έλαβε χώρα η καταγγελία, αλλά από το χρόνο λήξης της προθεσμίας (ΑΠ 1398/86).
Αν η αποζημίωση υπερβαίνει τούς μισθούς έξι μηνών, και συντρέχουν οι προϋποθέσεις καταβολής της σε δόσεις, η τρίμηνη αποσβεστική προθεσμία αρχίζει από το χρονικό σημείο κατά το οποίο έγινε απαιτητή κάθε δόση και ισχύει αυτοτελώς για καθεμιά από αυτές (Εφετείο Αθηνών 58/2011). Συνεπώς όταν η καταβολή της αποζημίωσης απόλυσης γίνεται σε δόσεις, η τρίμηνη αποσβεστική προθεσμία για να κηρυχθεί άκυρη με σχετική αγωγή, αρχίζει από την επομένη της καταβολής της δόσης.
H δήλωση του μισθωτού προς τον εργοδότη, ότι εισέπραξε την αποζημίωση απολύσεως και δεν διατηρεί αξιώσεις κατ’ αυτού, αν συνοδεύεται με δήλωση επιφυλάξεως, δεν σημαίνει ότι ο μισθωτός παραιτήθηκε από το δικαίωμα επικλήσεως της ακυρότητας της απολύσεως, διότι η επιφύλαξη υποδηλώνει ότι αυτός δεν αποκλείει την άσκηση του δικαιώματος αυτού εντός της τρίμηνης προθεσμίας
. Το γεγονός ότι ο μισθωτός εισέπραξε την αποζημίωση απολύσεως χωρίς να διατυπώσει αμέσως επιφύλαξη δεν υποδηλώνει παραίτησή του από την επίκληση της ακυρότητας της απολύσεως (Άρειος Πάγος 1418/2008).
Μη δυνατότητα ανάκλησης της καταγγελίας συμβάσεως με προειδοποίηση
Από της παραδόσεως του εγγράφου της καταγγελίας στον εργαζόμενο, η καταγγελία έχει συντελεσθεί και η εργασιακή σχέση έχει λυθεί. Μετά την περιέλευση της καταγγελίας με προειδοποίηση στον εργαζόμενο δεν μπορεί να γίνει ούτε ανάκληση αυτής από τον εργοδότη, έστω και με τη συναίνεση του εργαζόμενου, αφού η ανάκληση έχει νομική ενέργεια μόνο αν γίνει προηγουμένως ή ταυτοχρόνως με την αναγγελία (άρθρο 168 ΑΚ) ούτε, περαιτέρω, να συμφωνηθεί μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου ότι αυτή δεν θα αναπτύσσει τα έννομα αποτελέσματά της (Άρειος Πάγος 55/2015 και 65/2012).
Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από άρθρο του κ. Πέτρου Ραπανάκη, με τίτλο «Το πλαίσιο καταγγελίας συμβάσεως εργασίας με προειδοποίηση» που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Ιουλίου-Αυγούστου 2017 του περιοδικού Epsilon7.
πηγή: www.e-forologia.gr