Το κτίριο της πρώην Σχολής Ευελπίδων και η ιστορία του…

0

Το κτιριακό συγκρότημα στεγάζει από το 1985 τα Δικαστήρια, την Εισαγγελία και το Πρωτοδικείο, που ώς τότε λειτουργούσαν σε ακατάλληλους χώρους, αλλά η περιοχή εξακολουθεί να είναι γνωστή ως Σχολή Ευελπίδων, αφού εκεί ήταν η έδρα της σχεδόν για έναν αιώνα.

Της Χαράς Τζαναβάρα

Με την υπογειοποίηση της οδού Μουστοξύδη ενοποιήθηκε το πάρκο που το περιβάλλει και ο λόφος Φινόπουλου με το Πεδίον του Αρεως, δημιουργώντας τη μεγαλύτερη όαση πράσινου στο πολεοδομικό συγκρότημα της πρωτεύουσας και μάλιστα στο δυτικό, το πιο υποβαθμισμένο τμήμα της.




Κατασκευάστηκε στη νοτιοδυτική απόληξη των Τουρκοβουνίων, που χωρίζει το λεκανοπέδιο σε δύο τμήματα. Η υψηλότερη λοφοσειρά της πρωτεύουσας στην αρχαιότητα ονομαζόταν Αγχεσμός, από το οξύ σχήμα των κορυφών της, τοπωνύμιο που απαντά και σε άλλες ορεινές πτυχώσεις, όπως ο Λυκαβηττός και ο λόφος Στρέφη.

Αργότερα αναφέρονται ως Λυκοβούνια, αλλά από τον 18ο αιώνα οι ξένοι περιηγητές τα μνημονεύουν με το σημερινό τους όνομα.

Ορισμένοι μελετητές της αθηναϊκής ιστορίας υποστηρίζουν ότι η περιοχή πήρε την ονομασία Τουρκοβούνια γιατί ήταν στρατόπεδο για το ασκέρι του Τούρκου πασά Ομάρ.

Ο Κώστας Μπίρης, όμως, στο βιβλίο του «Αι τοπωνυμίαι της πόλεως και των περιχώρων των Αθηνών» φιλοξενεί πιο ενδιαφέρουσα ερμηνεία. Επί τουρκοκρατίας ίσχυε η αρχή σύμφωνα με την οποία «τόπος που δεν πιάνει αλέτρι (μη καλλιεργήσιμος), δεν μπορεί να αποτελεί ιδιωτική κτήσιν, αλλά ανήκει αποκλειστικώς στο κράτος».

Ηταν τα «τουρκικά» ή τουρκοβούνια και με αυτή την εκδοχή απαντούν και σε άλλες ορεινές πτυχώσεις της Αττικής, όπως στη Νίκαια και στα Μελίσσια.

Στο βορειοδυτικό της όριο προς την πλευρά της Κυψέλης υπήρχε ο χείμαρρος Ελλοβόρος, ο οποίος οφείλει το όνομά του στο ομώνυμο δηλητηριώδες αλλά και με φαρμακευτικές ιδιότητες βότανο που κυριαρχούσε στις όχθες του.

Στη δεκαετία του 1970 καλύφθηκε και είναι η σημερινή λεωφόρος Ευελπίδων. Ο οικισμός που αναπτύχθηκε και συνορεύει με τις περιοχές Γκύζη και Νέα Φιλοθέη ονομάζεται Πολύγωνο, που και αυτό επισκιάζεται από το τοπωνύμιο «Σχολή Ευελπίδων».

Η επίσημη καταχώριση της συνοικίας αποδίδεται στην πολυγωνική εξέδρα που υπήρχε στα τέλη του 19ου αιώνα μπροστά στην είσοδο του κτιριακού συγκροτήματος προς την πλευρά του Πεδίου του Αρεως, η οποία φιλοξενούσε ορχήστρες σε γιορτές και αργίες.Ως τα τέλη του 19ου αιώνα το όριο του σχεδίου πόλης ήταν η σημερινή λεωφόρος Αλεξάνδρας!

Σχολή ΕυελπίδωνΑρχείο Σχολής Εθνικής Άμυνας

Το 1886, κατά την ενηλικίωσή του, ο διάδοχος Κωνσταντίνος έκανε γνωστό ότι ήθελε να φοιτήσει στη Σχολή Ευελπίδων, η οποία στεγαζόταν στο μέγαρο «Ιλίσσια», το σημερινό Βυζαντινό Μουσείο στη Βασ. Σοφίας, που τότε ανήκε στην ιδιοκτησία της δούκισσας της Πλακεντίας.

Ο ευεργέτης Γεώργιος Αβέρωφ προσφέρθηκε να χρηματοδοτήσει την κατασκευή των νέων κτιρίων που είχε ανάγκη η Σχολή. Επιλέχθηκε ο χώρος δίπλα στο Πεδίον του Αρεως, που συνάντησε την έντονη αντίθεση των αρμοδίων γιατί η περιοχή ήταν ακόμη ερημική. Τον Μάιο του 1890 τέθηκε ο θεμέλιος λίθος και τέσσερα χρόνια αργότερα η στρατιωτική πολιτεία άνοιξε τις πύλες της για να δεχτεί τους πρώτους σπουδαστές.

Τα σχέδια είχαν ανατεθεί στον Ερνέστο Τσίλερ (1832-1923), που είχε εγκατασταθεί από το 1868 στην Αθήνα και είχε εξελιχθεί στον πιο περιζήτητο αρχιτέκτονα της άρχουσας τάξης, υπογράφοντας πάνω από 900 αρχοντικά και εμβληματικά δημόσια κτίρια που συνθέτουν τη νεοκλασική ταυτότητα της πρωτεύουσας.

Η κριτική πάντως συνεχίστηκε, αυτή την φορά για «πνιγηράν συμπύκνωσιν» των κτιρίων του συγκροτήματος και «την απουσίαν επιβλητικού ύφους».

Τα βέλη δεν ήταν άδικα, καθώς τα κτίρια ελάχιστα θυμίζουν τον Βαυαρό δημιουργό και από το 1983, μετά τη ριζική ανακαίνισή τους, στεγάζουν τα Δικαστήρια.

Δικαστήρια- Σχολή ΕυελπίδωνΑρχείο Σχολής Εθνικής Άμυνας

Η… παραφωνία έχει εξήγηση, καθώς οι αρμόδιοι της Σχολής θέλησαν να αποφύγουν τις έντονες διακοσμητικές πινελιές της εποχής και να δώσουν πιο αυστηρή όψη. Γι’ αυτό ανέθεσαν την επίβλεψη των έργων στον στρατιωτικό και αρχιτέκτονα Ιφικράτη Κοκκίδη (1833-1927). Γεννημένος στην Προποντίδα, σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων και έφτασε ώς τον βαθμό του υποστράτηγου.

Θεωρούνταν ιδιαίτερα μορφωμένος και είχε γράψει βιβλία, ενώ διετέλεσε καθηγητής της Σχολής. Αλλο σημαντικό έργο του είναι το μέγαρο του φιλολογικού συλλόγου «Παρνασσός», στο κέντρο της Αθήνας.

Εξαίρεση αποτελεί το «Αβερώφειο», το κεντρικό κτίριο επί της οδού Μουστοξύδη, το οποίο παραμένει στην ιδιοκτησία και χρήση του υπουργείου Εθνικής Αμυνας. Διαθέτει εντυπωσιακή μαρμάρινη σκάλα, που στολίζεται από δίδυμα αγάλματα της θεάς Αθηνάς και δύο κανόνια. Καταλήγει σε ένα προστώο, που κοσμείται από τέσσερις λιτές, τετράγωνες κολόνες.

Σχολή ΕυελπίδωνΑρχείο Σχολής Εθνικής Άμυνας

Στον όροφο όμως μετεξελίσσονται σε κίονες με κιονόκρανα κορινθιακού ρυθμού, ενώ διακόσμηση υπάρχει και στα παράθυρα που αναπτύσσονται συμμετρικά της εισόδου.

Το εσωτερικό του θυμίζει αρχοντικά Τσίλερ, με εσωτερικό μπαλκόνι που διατρέχει την περίμετρο και, σε συνδυασμό με τα ιστορικά φωτιστικά, δημιουργεί έναν εντυπωσιακό χώρο υποδοχής.

Το κτίριο, που είναι το μόνο που περιβάλλεται από ψηλά δέντρα και άνετο κήπο, στεγάζει τη Σχολή Εθνικής Αμυνας, που ιδρύθηκε το 1950 στη Θεσσαλονίκη και δύο χρόνια μετά μετακόμισε στην Αθήνα, στην τότε Σχολή Ευελπίδων, όπου παραμένει ώς σήμερα.


Η Σχολή Ευελπίδων, που φέτος συμπληρώνει 190 χρόνια, εγκαταστάθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 1904 στο συγκρότημα που καταλαμβάνει έκταση 36,4 στρεμμάτων δίπλα στο Πεδίον του Αρεως. Αποτελείται από έντεκα ανεξάρτητα κτίρια, με 210 χώρους, μεγάλους και μικρότερους, που στέγαζαν αίθουσες διδασκαλίας, γραφεία και θαλάμους.
Η στρατιωτική σχολή ιδρύθηκε το 1828 με διάταγμα του Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος ήταν αυτός που ονόμασε «Ευέλπιδες» τους πρώτους πέντε απόφοιτους. Εξι χρόνια αργότερα μεταφέρθηκε από το Ναύπλιο στην Αίγινα και από εκεί στον Πειραιά. Το 1854, λόγω της επιδημίας χολέρας στο λιμάνι, στεγάστηκε προσωρινά στο μέγαρο της δούκισσας της Πλακεντίας, από όπου εγκαταστάθηκε στο συγκρότημα επί των οδών Μουστοξύδη και Ευελπίδων. Από τον Σεπτέμβριο του 1982 λειτουργεί στις σύγχρονες υποδομές που κατασκευάστηκαν στη Βάρη, σε έκταση 4.310 στρεμμάτων.
Με την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην Αθήνα στις 28 Μαΐου 1941, η Σχολή ανέστειλε τη λειτουργία της ώς τις 19 Οκτωβρίου 1944. Στις 9 Δεκεμβρίου 1944 τα κτίριά της πέρασαν στις δυνάμεις του ΕΛΑΣ, έχοντας εξασφαλίσει τη στήριξη των γύρω περιοχών, κυρίως του Γκύζη, όπου κυριαρχούσαν τα μηνύματα του ΕΑΜ. Οι ομάδες εφόδου επιτέθηκαν από την πλευρά των Τουρκοβουνίων, αποφεύγοντας το Πεδίον του Αρεως που δεν προσέφερε κάλυψη στις αντάρτικες δυνάμεις.
Έντυπη έκδοση της http://www.efsyn.gr/






Leave A Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.