Όταν ο εργοδότης καθυστερεί τους μισθούς (τρόποι άμυνας του εργαζομένου)

0

Α’ ΕΠΙΣΧΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Σε περιπτώσεις που ο εργοδότης καθυστερεί να καταβάλλει δεδουλευμένα και γενικά τις αποδοχές στον εργαζόμενο του για σημαντικό χρόνικό διάστημα, τότε αυτός έχει δικαίωμα να προβεί σε επίσχεση εργασίας (Αρ.325 του Α.Κ.) Ασκώντας το δικαίωμα αυτό ο μισθωτός δηλώνει στον εργοδότη ότι διακόπτει την απασχόλησή του μέχρι να του καταβληθούν οι καθυστερούμενες αποδοχές του.
Κατά το διάστημα της επίσχεσης εργασίας, ο εργοδότης περιέρχεται σε κατάσταση υπερημερίας, έτσι οι μισθωτοί δεν υποχρεούνται να παρέχουν εργασία ούτε και να παρουσιάζονται στην επιχείρηση, αλλά απεναντίας έχουν δικαίωμα να απασχοληθούν σε άλλο εργοδότη, για αντιμετώπιση βασικών βιοτικών αναγκών τους.
Πρέπει όμως ο μισθωτός, που ασκεί το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας, να βρίσκεται πάντοτε στη διάθεση του εργοδότη, εφόσον αρθεί η υπερημερία του, για να αναλάβει εργασία (Α.Κ. 656- Εγγρ. Υπουρ. Εργασίας 1669/10.09.1982).
Η επίσχεση εργασίας έχει ως αποκλειστικό και μόνο σκοπό να υποχρεώσει τον εργοδότη να καταβάλει στο μισθωτό τις δεδουλευμένες και καθυστερούμενες αποδοχές. Δεν μπορεί να ασκηθεί επίσχεση εργασίας με σκοπό τον εξαναγκασμό του εργοδότη για αυξήσεις αποδοχών ή άλλες παροχές που δεν είναι ληξιπρόθεσμες. Όταν ο μισθωτός απέχει από την εργασία του, ασκώντας το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας για βάσιμες αξιώσεις του, ο εργοδότης δεν μπορεί να θεωρήσει λυμένη τη σύμβαση εργασίας και γίνεται υπερήμερος ως προς την αποδοχή των υπηρεσιών του εργαζόμενου, εφόσον αποκρούει την προσφορά του χωρίς να προβαίνει σε νόμιμη καταγγελία της σύμβασης εργασίας.
Απαραίτητες προϋποθέσεις για την άσκηση του δικαιώματος της επίσχεσης εργασίας σύμφωνα με το άρθρο 325 του Α.Κ. κ.λ.π. είναι οι εξής:
 α) Ύπαρξη ενεργούς εργασιακής σύμβαση εργασίας
β) Ύπαρξη ληξιπρόθεσμης ή απαιτητής αξίωσης.
γ) Να γίνεται ρητώς και σαφώς (γραπτώς ή προφορικώς εγκαίρως) ότι αρνείται να παρέχει τις υπηρεσίες του μέχρι να εκπληρώσει ο εργοδότης την υποχρέωση που τον βαρύνει. Η δήλωση του μισθωτού, ότι ασκεί το δικαίωμα της επίσχεσης είναι βασικότατη και πρέπει να είναι σαφής γραπτή ή προφορική, και να γίνεται έγκαιρα.
δ) Να ασκείται εντός των ορίων της καλής πίστεως, των χρηστών και συναλλακτικών ηθών και του κοινωνικοοικονομικού σκοπού του δικαιώματος.
ε) Η αξίωση να είναι συναφής προς την οφειλή και να στρέφεται κατά του προσώπου του εργοδότη.
Η άσκηση του δικαιώματος δεν πρέπει να είναι καταχρηστική (281 ΑΚ), οπότε από μέσο προστασίας του μισθού, μπορεί να έχει ως συνέπεια την απώλεια της θέσης εργασίας του.
Η επίσχεση εργασίας αίρεται με την συμμόρφωση του εργοδότη, δηλαδή, με την πραγματική καταβολή (όχι την παροχή απλής εγγύησης) των οφειλομένων δεδουλευμένων αποδοχών (μισθοί ή ημερομίσθια, δώρα εορτών, άδεια και επίδομα άδειας κ.λ.π.)

Κατά τη διάρκεια της επίσχεσης εργασίας ο εργοδότης διατηρεί το δικαίωμα να απολύει τον εργαζόμενο, αλλά το δικαίωμά του υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 281 (Α.Π. 1412/86). Αν αποδειχθεί ότι η απόλυση ή τυχόν άλλη πειθαρχική ποινή που επιβλήθηκε στο μισθωτό, έγινε για λόγους εκδίκησης, επειδή αυτός άσκησε το δικαίωμα της επίσχεσης εργασίας, τότε η απόλυση και η επιβολή πειθαρχικής ποινής είναι καταχρηστικές (Α.Π. 205/87).

Πηγή: http://www.ergasiaka-gr

Β’ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΩΣΗ ΤΩΝ ΔΕΔΟΥΛΕΥΜΕΝΩΝ

ΑΣΚΗΣΗ ΑΓΩΓΗΣ

Ο εργαζόμενος έχει το δικαίωμα να ασκήσει σχετική διεκδικητική ή αναγνωριστική αγωγή με τη διαδικασία των εργατικών διαφορών στο αρμόδιο καθ’ύλην δικαστήριο (Ειρηνοδικείο ή Μονομελές Πρωτοδικείο), με αίτημα την  καταβολή των καθυστερούμενων αποδοχών  από τον εργοδότη, με το νόμιμο τόκο από την ημέρα που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες και άρα  απαιτητές οι δεδουλευμένες αποδοχές.

ΑΣΚΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΕΠΙΔΙΚΑΣΗ ΜΙΣΘΩΝ

Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων είναι το ένδικο βοήθημα το οποίο επιλέγεται για την προσωρινή ρύθμιση  κατάστασης εφόσον υπάρχει επιγενόμενος κίνδυνος  για ανεπανόρθωτη βλάβη ή ζημία. Ειδικότερα σύμφωνα με το άρθρο 728 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει προσωρινά, ως ασφαλιστικό μέτρο, εν όλω ή εν μέρει, απαιτήσεις καθυστερούμενων τακτικών ή εκτάκτων αποδοχών, οποιασδήποτε μορφής ή αμοιβών ή αποζημιώσεων που οφείλονται από την παροχή εργασίας ή εξόδων που έγιναν με αφορμή την εργασία, μισθών υπερημερίας ή αποζημίωσης για παράνομη καταγγελία της σύμβασης εργασίας ή για εργατικό ατύχημα ή που οφείλεται από τη σύμβαση εργασίας ή λόγω παραβάσεώς της.

Προϋπόθεση της υποβολής της σχετικής αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, η οποία δεν διακόπτει την παραγραφή των απαιτήσεων, είναι η πιθανολόγηση από το Δικαστήριο επείγουσας περίπτωσης, δηλ. ύπαρξη άμεσου και επικείμενου κινδύνου είτε για τη διαβίωση του εργαζόμενου είτε λόγω του φόβου της αποξένωσης του εργοδότη από τα περιουσιακά του στοιχεία, με συνέπεια την έλλειψη δυνατότητας μελλοντικής ικανοποίησης του εργαζόμενου. Σύμφωνα δε με το άρθρο 729 του ίδιου Κώδικα, το ποσό που επιδικάζεται προσωρινά δεν μπορεί να υπερβεί συνολικά το μισό της πιθανολογούμενης απαίτησης.

Με την ίδια διαδικασία και προκειμένου να διασφαλιστεί η εκτελεστότητα της απόφασης ως προς το σκέλος όχι μόνο το δικονομικό αλλά και το ουσιαστικό, ήτοι της τελικής ικανοποίησης του εργαζόμενου μπορεί να ζητηθεί η συντηρητική κατάσχεση περιουσίας του εργοδότη δηλ η προσωρινή απαγόρευση διάθεσης της περιουσίας του εργοδότη μέχρι να εκδοθεί οριστική τελεσίδικη απόφαση η οποία θα επιλύει τη κυρία διαφορά.

ΠΗΓΗ: www.platitsas-law

 

 

Leave A Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.