Η ιστορικός τέχνης, συγγραφέας και ξεναγός με εμπειρία χρόνων και πλούσιο έργο, κάνει μία αναδρομή στην πορεία της Αθήνας, από τον Μεσαίωνα μέχρι και μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους. Την συνέντευξη υπογράφει ο M. HULOT και ανδημοσιεύεται, σε τμήματα, από την lifo.gr.
Ακολουθεί το τελευταίο απόσπασμα που αναφέρεται στην Αθήνα που πλέον έχει γίνει πρωτεύουσα του Ελληνικού κράτους
— Πείτε μου για τις συνθήκες στην Αθήνα μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους. Πώς ζούσαν οι άνθρωποι;
Ήταν εξαιρετικά δύσκολες οι συνθήκες, φοβερή η οικονομική δυσπραγία. Το 1834 που γίνεται η Αθήνα πρωτεύουσα, την 1η Δεκεμβρίου, η Ελλάς ξεκινάει την κρατική λειτουργία της υπό χρεοκοπία επειδή χρωστάμε τα δάνεια της Αγγλίας και τα 60.000.000 φράγκα στις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις (καθεμία έδωσε από 20) − έπρεπε να τα ξεχρεώνουμε. Ελάχιστα είχαν ξεχρεωθεί, ουσιαστικά τα είχαν κατασπαταλήσει οι αντιβασιλείς. Είχε γίνει πολύ κακή επιλογή στα πρόσωπα των αντιβασιλέων που είχαν έρθει με τον Όθωνα, ήταν μπάτε σκύλοι αλέστε. Ακόμα και οι ίδιοι οι Βαυαροί και οι Γερμανοί που ήταν φιλέλληνες τους κατακρίνουν, έβλεπαν τι τραβούσαν εδώ οι κακόμοιροι οι Έλληνες. Η οικονομική δυσπραγία ήταν ένας από τους λόγους που οδήγησαν στην έξωση του Όθωνα το 1862.
Δεν είμαι φιλομοναρχική, κάθε άλλο, αλλά ο Όθων ήταν μέγας φιλέλλην και λάτρης της Ελλάδας και των Ελλήνων γιατί και αυτός και ο πατέρας του, ο Λουδοβίκος, αγάπησαν με πάθος την Ελλάδα και της πρόσφεραν πολλά.
Ηταν πραγματικά φιλέλληνες, γιατί συνηθίζουμε να λέμε φιλέλληνες κάποιους Άγγλους και Γάλλους οι οποίοι αγαπούσαν τους αρχαίους Έλληνες και αναφέρονταν με πολύ κολακευτικά λόγια σ’ αυτούς. Αντιθέτως, αναφέρονταν με πολλή περιφρόνηση στους νεότερους, γιατί εμάς μας θεωρούσαν μπάσταρδους, ότι δεν είμαστε άξιοι, ότι είμαστε αγράμματοι, ηλίθιοι, ανίκανοι, λαμόγια, χίλια δύο.
Αυτοί οι δύο, λοιπόν, αγάπησαν τον νεοέλληνα με όλα του τα κουσούρια. Και μέχρι που πέθαναν ζούσαν με το όραμα της Μεγάλης Ελλάδας, της Μεγάλης Ιδέας, ήταν οι κατεξοχήν υποστηρικτές της ιδέας που έλεγε ότι η Αθήνα είναι η προσωρινή πρωτεύουσα και σίγουρα θα μεταφέραμε την έδρα στην Πόλη. Η ιδέα αυτή έσβησε οριστικά στα 1922 βέβαια.
Μέχρι το τέλος τους ήθελαν να προσφέρουν στην Ελλάδα όλως μυστικά. Ο Όθωνας είχε βάλει όρο μέχρι τον θάνατό του να μη βγει στα φόρα ότι έστελνε όλη του την επιχορήγηση από το γαλλικό κράτος στην Ελλάδα, ζώντας μια φτωχή, σε πλήρη λιτότητα ζωή, προσφέροντας τα λεφτά του για τις επαναστάσεις της Κρήτης. Ο δε πατέρας του, ο Λουδοβίκος, είπε, όταν μιλούσε στον Δεληγιάννη μια φορά, «να μεταφέρετε στον λαό σας ότι θα είμαι πάντα στο πλευρό του, όποτε με χρειαστείτε».
Είχαν μεγάλη αγάπη και εκτίμηση προς τους νεοέλληνες και ίσως ήταν οι μοναδικοί που δεν μας θεωρούσαν μπάσταρδους. Η δυσπραγία υπήρχε, οι Έλληνες ζούσαν πολύ άσχημα και νόμιζαν ότι εάν διώχναμε τον βασιλιά θα έρχονταν καλύτερες μέρες, αλλά μετά προέκυψαν τα χειρότερα. Διότι η επόμενη μοναρχία που μας ήρθε καπάκι ήταν πολύ χειρότερη, γιατί, αν μη τι άλλο, ο Όθωνας ήταν ανιδιοτελής, ρομαντικός και δεν έκανε τίποτα εις βάρος της Ελλάδας.
Ο άλλος, ο Γεώργιος Α’, ήταν οργανωμένος φιλοβρετανός, τον είχαν φέρει υπό όρους και δούλευε για τα συμφέροντά του και τα συμφέροντα της Μεγάλης Βρετανίας. Δεν ήταν ανιδιοτελής, όπως οι άλλοι, και τα πράγματα δυσκόλεψαν. Μετά ήρθαν τα χειρότερα, νόμιζαν ότι θα γλιτώσουν από τη μοναρχία και θα πάνε όλα καλά και τελικά ήρθε ένας άθλιος δημαγωγός,ο Δημήτριος Βούλγαρης, ο οποίος αιματοκύλισε την Αθήνα − σκοτώθηκαν κάπου 200 άνθρωποι κατά τα Ιουνιακά του 1863. Πούλαγε μούρη και πνεύμα ελευθερωτή.
Τα πράγματα, όταν έγινε η Αθήνα πρωτεύουσα, ήταν εξαιρετικά δύσκολα για τα μεσαία και τα κατώτατα στρώματα. Φυσικά, υπήρχε η υψηλή κοινωνία που δεν καταλάβαινε από κρίση, όπως σε κάθε εποχή άλλωστε. Πρέπει να πούμε, κλείνοντας, ότι προς τιμήν του ο Όθωνας είχε επιβάλει στο ανάκτορο λιτότητα για τον ίδιο και τους αυλικούς, δεν επέτρεπε την παραμικρή σπατάλη.
Χαρακτηριστικά, όταν η αδερφή του Τσαμαδού κάποια χρονιά την 25η Μαρτίου εμφανίστηκε με μια χρυσοκέντητη μαντίλα για τη δοξολογία στην Αγία Ειρήνη, την έστειλε πίσω να αλλάξει και της είπε «δεν μπορείς να προκαλείς το δημόσιο αίσθημα, να είσαι ντυμενη με βαρύτιμα πράγματα και οι άλλοι να μην έχουν να φάνε…».
*Το βιβλίο της κ. Σκουμπουρδή «Μοναστηράκι – Πλάκα» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
–Η Αθήνα «μέσα» από τους κατακτητές της (Α΄)- Ο διωγμός των Αθηναίων από τον Ιουστινιανό
-Η Αθήνα «μέσα» από τους κατακτητές της (Β΄)- «Όλοι έπιναν το αίμα των Αθηναίων και οι Φράγκοι τους υποτιμούσαν κι από πάνω»
Η Αθήνα «μέσα» από τους κατακτητές της (Γ΄) : «Ευημερία τους δύο πρώτους αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας»