Ποιες είναι οι αξιώσεις του μισθωτού σε περίπτωση προσβολής της προσωπικότητάς του; Μπορεί καταγγελία της σύμβασης εργασίας εκ μέρους του εργοδότη να συνιστά ταυτόχρονα και προσβολή της προσωπικότητας του μισθωτού;
Του Γιάννη Καρούζου
Δικηγόρου, Εργατολόγου*
Στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος επισημαίνεται ότι: «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητα του και να συμμετέχει στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη». Με την διάταξη αυτή κατοχυρώνεται τόσο το ατομικό δικαίωμα της συμμετοχής στην οικονομική ζωή της χώρας όσο και η οικονομική ελευθερία. Ειδική πλευρά της οικονομικής ελευθερίας είναι η ελευθερία στον εργασιακό τομέα, ως ατομικό δικαίωμα, δηλαδή το δικαίωμα καθενός να εργάζεται και να επιλέγει ελεύθερα το είδος, τον τόπο και το χρόνο της εργασίας του.
Στα πλαίσια του διευθυντικού δικαιώματος, ο εργοδότης μπορεί να εξειδικεύει έννοιες που περιέχονται στην ατομική σύμβαση εργασίας, όπως οι προαναφερθείσες (τόπος, χρόνος, είδος εργασίας, κ.λπ.) και γενικότερα να καθορίζει τις υποχρεώσεις του εργαζόμενου. Από όλο το πνεύμα της εργατικής νομοθεσίας, όμως, προκύπτει ότι οι εργοδότες οφείλουν να εκπληρώνουν με καλή πίστη τις υποχρεώσεις τους, σύμφωνα με την ΑΚ 288 και να μην υπερβαίνουν τα άκρα όρια του διευθυντικού δικαιώματός τους. Είναι υποχρεωμένοι δηλαδή να συμπεριφέρονται στους εργαζόμενους με ευπρέπεια και να σέβονται την τιμή, την υπόληψη και γενικότερα την προσωπικότητά τους. Επομένως, δεν επιτρέπεται η βάναυση, ανάρμοστη και υβριστική συμπεριφορά του εργοδότη προς τους εργαζόμενους και γενικά η μεταχείριση αυτών κατά τέτοιο τρόπο ώστε να προσβάλει την ηθική και την αξιοπρέπειά τους.
Σχετικά με τα παραπάνω, ο ΑΠ στην απόφαση 861/2015, αναφέρει τα εξής: «Στον εργοδότη ανήκει το δικαίωμα να εξειδικεύει τις υποχρεώσεις του μισθωτού και ειδικότερα να καθορίζει το είδος, τον τόπο, το χρόνο και τις άλλες συνθήκες παροχής της εργασίας του μισθωτού για την αρτιότερη οικονομοτεχνική οργάνωση της επιχειρήσεως προς επίτευξη των σκοπών της…
Δεν επιτρέπεται όμως κατά την ενάσκηση του διευθυντικού αυτού δικαιώματος να προκαλείται υλική ή ηθική βλάβη στο μισθωτό κατά παράβαση διατάξεως νόμου ή της ατομικής συμβάσεως εργασίας ή κατά καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος υπό την έννοια του άρθρου 281 Α.Κ., δηλαδή κατά προφανή υπέρβαση των ορίων που επιβάλλονται από την καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή από τον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος».
Οποιαδήποτε συμπεριφορά του εργοδότη δύναται να ερμηνευθεί ως προσβολή της προσωπικότητας του εργαζομένου, ακόμα και αν αυτή δεν αποσκοπεί στον εξαναγκασμό του σε παραίτηση αλλά υπερβαίνει τα όρια που επιβάλλει η καλή πίστη. Η προσβλητική συμπεριφορά του εργοδότη είναι ιδιαίτερα βλαπτική, όταν καθιστά αντικειμενικά αδύνατη την εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων του μισθωτού στα πλαίσια μίας παραγωγικής συνεργασίας, ή επιφέρει τέτοια ηθική μείωση, ώστε η παραμονή του εργαζομένου στο χώρο εργασίας του να καθίσταται αδύνατη ή δυσχερής. Η συμπεριφορά δηλαδή του εργοδότη, ανεξάρτητα από την ύπαρξη αντίστοιχου δόλου, δύναται να επιδρά σε τέτοιο βαθμό στον ψυχικό κόσμο του εργαζομένου, ώστε να δημιουργεί γι’ αυτόν ένα μη βιώσιμο περιβάλλον εργασίας. Παράλληλα, η συμπεριφορά αυτή μετατρέπει επί τω χείρω και τους όρους εργασίας του, χωρίς τη δική του αποδοχή. Έχει κριθεί ότι ο εξαναγκασμός του εργαζομένου στην υπογραφή ορισμένου εντύπου, κατά την προσέλευση και αποχώρησή του από την υπηρεσία, μπορεί να συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας του και παράλληλη προσβολή της προσωπικότητάς του, πηγάζουσα από την παράνομη παραβίαση της υποχρέωσης πρόνοιας του εργοδότη (ΑΠ 1479/2002).
Σε αυτό το πλαίσιο και σε περίπτωση ανάρμοστης συμπεριφοράς εκ μέρους του εργοδότη, ο εργαζόμενος μπορεί να θεωρήσει την ανάρμοστη συμπεριφορά του ως μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας του, η οποία εξισώνεται με καταγγελία της σύμβασης εργασίας του (απόλυση) και ως εκ τούτου γεννά αξίωση αποζημίωσης. Στην περίπτωση αυτή ο εργαζόμενος διακόπτει την εργασία του, όχι όμως λόγω οικειοθελούς αποχώρησης, αλλά θεωρώντας ότι η σχέση εργασίας έχει λυθεί με καταγγελία της σύμβασης από τον εργοδότη. Παράλληλα, η προσβλητική και αντισυμβατική συμπεριφορά του εργοδότη συνιστά αναντίρρητα προσβολή της προσωπικότητας του εργαζομένου και του δίνει τη δυνατότητα να ασκήσει αγωγή αξιώνοντας χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.
Με το Ν. 4808/2021, ο οποίος κύρωσε την Σύμβαση 190/2019 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την εξάλειψη της βίας και της παρενόχλησης στο χώρο της εργασίας, θεσπίστηκε ειδικό προστατευτικό πλαίσιο για τους εργαζόμενους, καθώς ειδικά μέτρα που υποχρεούνται να λαμβάνουν οι εργοδότες για την αποτροπή φαινομένων διακρίσεων, βίας και παρενόχλησης. Τις υποχρεώσεις αυτές οφείλει να τηρεί έναντι των εργαζομένων και ο ίδιος ο εργοδότης, σε περίπτωση, δε, παραβίασης των διατάξεων του νόμου από αυτόν, οι εργαζόμενοι έχουν το δικαίωμα, πέραν της δικαστικής προστασίας, να καταγγείλουν την ανάρμοστη συμπεριφορά ή το βίαιο περιστατικό ενώπιον της Επιθεώρησης Εργασίας και του Συνηγόρου του Πολίτη.
*Αναδημοσίευση από https://www.e-forologia.gr/