Τα φοιτητικά κινήματα και το πανεπιστημιακό άσυλο, έχουν αποτελέσει πολλές φορές στην ιστορία, την προμετωπίδα για κοινωνικές επαναστάσεις και πολιτικές αλλαγές. Πριν από 660 χρόνια όμως, στην Οξφόρδη, τα παραπάνω έγιναν η αιτία να χάσουν τη ζωή τους 93 άνθρωποι, μετά από ταραχές που ξέσπασαν ανάμεσα σε φοιτητές του γνωστού αγγλικού πανεπιστημίου και τους κατοίκους της περιοχής. Αφορμή για όλα αυτά; Ένα ποτό
Στις 10 Φεβρουαρίου γιορτάζεται στην Αγγλία η ημέρα της Αγίας Σχολαστικής (Saint Scholastica Day) και είναι αργία για τα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Το 1354 οι φοιτητές του πανεπιστημίου της Οξφόρδης Γουόλτερ Σπρεντζάιους και Ρότζερ ντε Τσέστερφιλντ, εκμεταλευόμενοι την ημέρα, επισκέφθηκαν την Παμπ “Swindlestock Tavern” για να διασκεδάσουν.
Όταν τους σερβιρίστηκε το ποτό που ζήτησαν (κρασί), οι φοιτητές άρχισαν να διαμαρτύρονται στον ιδιοκτήτη πως αυτό που τους έφερε ήταν άθλιο και δε μπορούσαν να το πιούν.
Ο ιδιοκτήτης υπερασπιζόταν την ποιότητα του κρασιού του σθεναρά και κουβέντα στην κουβέντα ο καυγάς άναψε, με αποτέλεσμα οι δύο νεαροί να προπηλακίσουν τον υπεύθυνο της παμπ.
Όταν ο Δήμαρχος της πόλης, ο κύριος Τζον ντε Μπέρεφορντ, έμαθε για το περιστατικό, διέταξε τον Πρύτανη του πανεπιστημίου Τζον Τσάρλτον να συλλάβει τους δύο φοιτητές. Εκείνος αρνήθηκε επικαλούμενος το φοιτητικό άσυλο που ίσχυε για το πανεπιστήμιο. Σα να μην έφταναν όλα αυτά, οι Σπρέντζάιους και Τσέστερφιλντ συνέχισαν να προκαλούν αφού προπηλάκισαν και το Δήμαρχο, ενώ 200 συμφοιτητές τους που έτρεξαν για να τους συμπαρασταθούν, κινήθηκαν απειλητικά εναντίον των κατοίκων της περιοχής.
Η σύρραξη ξεκινά
Το θέμα πήρε τόσο μεγάλη έκταση, που την επόμενη ημέρα ο Δήμαρχος της Οξφόρδης ζήτησε ακρόαση από το Βασιλιά της Αγγλίας Εδουάρδο, ο οποίος επισκεπτόταν μια γειτονική πόλη. Από την πλευρά του ο Πρύτανης, προσπαθούσε να πείσει τους φοιτητές του να γυρίσουν στα μαθήματά τους και να ξεχάσουν το γεγονός. Παρ’όλες τις προσπάθειές του όμως, μια ομάδα φοιτητών γύρισε στην πόλη και επιδόθηκε σε λεηλασίες. Αυτό ήταν και το γεγονός που ξεχείλησε το ποτήρι για τους κατοίκους. Επιτέθηκαν με τόξα εναντίον των φοιτητών ενώ έκαψαν και σπίτια μοναχών οι οποίοι δίδασκαν στο πανεπιστήμιο. Δεν έμειναν όμως εκεί. Με μπροστάρη το Δήμαρχο της πόλης, ένα πλήθος 2000 εξαγριωμένων κατοίκων λεηλάτησε οικήματα του το πανεπιστημίου. Την ημέρα εκείνη έπεσαν και οι πρώτοι νεκροί της σύρραξης.
Η κατάσταση είχε εκτροχιαστεί τελείως. Στις 12 Φεβρουαρίου, 2 ημέρες μετά την έναρξη των ταραχών, ήταν η σειρά του Πρύτανη Τσάρλτον να ζητήσει ακρόαση από το Βασιλιά. Την ημέρα εκείνη ξέσπασαν και τα βιαιότερα επεισόδια ανάμεσα στις δύο πλευρές. Οι εξαγριωμένοι κάτοικοι επιτέθηκαν στους χώρους του πανεπιστημίου, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει άγρια σύγκρουση. Ο τραγικός απολογισμός του τριημέρου των ταραχών ήταν 93 νεκροί. 63 φοιτητές και 30 πολίτες.Μόλις εκτονώθηκε η κατάσταση, ο Βασιλιάς Εδουάρδος, όρισε επιτροπή η οποία θα ερευνούσε τα αίτια που οδήγησαν στην τραγωδία. Η έρευνα δικαίωσε το πανεπιστήμιο. Η τιμωρία που επεβλήθη στην πόλη ήταν να παρελάσει το δημοτικό συμβούλιο στους δρόμους της πόλης ασκεπείς, να παρακολουθήσουν υποχρεωτικά τη θεία λειτουργία για την ανάπαυση των νεκρών, να δηλώσουν πως σέβονται τα προνόμια και το άσυλο του πανεπιστημίου. Τέλος το ταμείο του δήμου υποχρεώθηκε να δώσει μια πέννα για κάθε νεκρό φοιτητή προς ενίσχυση του ταμείου υποτροφιών του πανεπιστημίου.
Μια βεντέτα που κράτησε 600 χρόνια
Η ποινή είχε μόνιμο χαρακτήρα και συνεχίστηκε για τα επόμενα 470 χρόνια. Το 1825 ο τότε Δήμαρχος της Οξφόρδης Γουίλιαμ Σλάτερ αρνήθηκε να εκτελέσει την ποινή, κάτι που δέχθηκε σιωπηρά και η διοίκηση του πανεπιστημίου. Οριστικό τέλος σε αυτή την ιδιότυπη βεντέτα δόθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1955 (600 χρόνια μετά). Την ημέρα εκείνη ο Δήμαρχος της Οξφόρδης Γουϊλιαμ Γκόουερς, αναγορεύτηκε σε επίτιμο διδάκτορα της Νομικής του πανεπιστημίου και ο Αντιπρύτανης του πανεπιστημίου Άλαν Σμιθ ανακυρήχθηκε επίτιμος δημότης της πόλης της Οξφόρδης.